Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ
ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ
Η επανάσταση στη Γερμανία, 1918 - 1919
Η γενική απεργία στην Αγγλία το 1926
Η επανάσταση στη Γερμανία (1918 - 1919)
Η επανάσταση στη Γερμανία (με πιο πυκνή και έντονη περίοδο το διάστημα απ’ τον Νοέμβρη του 1918 ως το καλοκαίρι του 1919) αποδίδεται, όπως ανάλογα η επανάσταση στη Ρωσία τον Οκτώβρη του 1917, στην ατέλειωτη αιματοχυσία του Α παγκόσμιου πολέμου. Πράγματι, η εμπειρία εκείνου του πολέμου που ήταν μακράν ο πιο ανθρωποφάγος που μπορούσαν οι τότε γενιές να έχουν ζήσει ποτέ ή να θυμούνται, απ’ τη μια μεριά ριζοσπαστικοποίησε χιλιάδες εργάτες και αγρότες που, σαν φαντάροι, σάπιζαν (όταν δεν πέθαιναν) στα χαρακώματα· κι απ’ την άλλη τους έδωσε την υλική δυνατότητα ένοπλων εξεγέρσεων μεγάλης κλίμακας: τα όπλα, και την τέχνη του πολέμου.
Όμως αυτά δεν αποδείχθηκαν αρκετά ούτε στην γερμανική επανάσταση ούτε σε άλλες που έγιναν τα ίδια χρόνια σε άλλα κράτη της κεντρικής ευρώπης. Είτε οι πολιτικές οργανώσεις τους δεν ήταν έτοιμες να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις μανούβρες και τους ελιγμούς των αντιπάλων τους, είτε ο επαναστατικός ενθουσιασμός συσκότιζε σε κρίσιμες στιγμές την αναγκαία τακτική, οι επαναστάσεις στην κεντρική ευρώπη - με πιο έντονη εκείνη στη γερμανία - έγιναν περισσότερο ένα απειλητικό φάντασμα που πλανιόταν πάνω απ’ τις αστικές τάξεις τις επόμενες δεκαετίες παρά το αναμενόμενο (απ’ τους επαναστάτες σ’ όλη την ευρώπη) τέλος της αστικής και καπιταλιστικής εξουσίας.
Για να πνιγεί στο αίμα η επανάσταση στη γερμανία χρειαζόταν σε κεντρικό ρόλο και το τότε σοσιαλιστικό κόμμα. Όντας το μεγαλύτερο απ’ τα εργατικά κόμματα στην ευρώπη της περιόδου πριν τον Α παγκόσμιο πόλεμο, και το μεγαλύτερο απ’ όλα τα κόμματα στη γερμανία [1], είχε μεγάλο κύρος· παρότι, τις παραμονές και στη διάρκεια του πολέμου είχε προδώσει καθαρά την ως τότε βασική θέση των εργατικών κομμάτων της Β Διεθνούς εναντίον των ιμπεριαλιστικών πολέμων, θέση μετατροπής τέτοιων πολέμων σε εργατικούς / επαναστατικούς. Όπως το SPD έσωσε την κήρυξη του πολέμου εκ μέρους της αυτοκρατορικής γερμανίας το 1914, έτσι μετά το τέλος του και την ήττα διέσωσε την ομαλή μετατροπή του καθεστώτος σε (αστική) δημοκρατία. Για να γίνει το πρώτο έπρεπε εκατομμύρια νεαρών εργατών και αγροτών να γίνουν “κρέας για κανόνια”. Για να γίνει το δεύτερο έπρεπε οι επαναστατημένοι επιζήσαντες του πολέμου να εξοντωθούν από “ένοπλα σώματα εθελοντών” (Freikorps) που, αντικαθιστώντας τον ανυπάκουο (και σε μεγάλο βαθμό επαναστατημένο στρατό), ανέλαβαν απ’ τις αρχές του 1919 να επιβάλλουν την τάξη.
Η επιτυχημένη, διαρκούντος του πολέμου στο “ανατολικό μέτωπο”, επανάσταση των μπολσεβίκων τον Οκτώβρη του 1917 και η συμφωνία λήξης του πολέμου μεταξύ Γερμανίας και επαναστατικής Ρωσίας στις αρχές του Μάρτη του 1918 (συμφωνία του Brest - Litovsk) έγιναν ένα διπλό παράδειγμα για εκατοντάδες χιλιάδες γερμανούς στρατιώτες. Για το γερμανικό επιτελείο το πράγμα ήταν διαφορετικό: απαλλαγμένο απ’ το ένα μέτωπο θα μετέφερε τον στρατό του στο άλλο, ελπίζοντας σε οριστική νίκη ή έστω σημαντική βελτίωση των θέσεών του, πριν οι Ηνωμένες Πολιτείες μπουν κανονικά στον πόλεμο. Δεν ήταν, λοιπόν, καθόλου τυχαίο που η πρώτη μεγάλη επαναστατική σπίθα που έμελλε να γίνει φωτιά σ’ ολόκληρη την γερμανική επικράτεια τους επόμενους μήνες, άναψε στις 28 Οκτώβρη του 1918, στο ναύσταθμο του Κιέλου, όταν δόθηκε απ’ το γερμανικό επιτελείο εντολή για προετοιμασίες πολεμικής εξόδου και αναμέτρησης με το αγγλικό ναυτικό στη βόρεια θάλασσα. Οι ναύτες δεν σκόπευαν να συνεχίσουν να πολεμούν. Τη νύχτα της 29ης προς την 30 Οκτώβρη ένα μέρος του πληρώματος δύο φρεγατών που βρίσκονταν εν πλω αρνήθηκαν να υπακούσουν σε εντολές και έκαναν ορισμένες ζημιές στα πλοία ώστε να τα αναγκάσουν να επιστρέψουν στις βάσεις τους. Αυτοί οι πρώτοι αντάρτες δεν ήταν πολλοί και δέθηκαν - αλλά τα πλοία αναγκάστηκαν να γυρίσουν στο Κίελο.
Τα νέα κυκλοφόρησαν και στους υπόλοιπους ναύτες. Το βράδυ της 1ης Νοέμβρη συναντήθηκαν στα γραφεία των συνδικάτων 250 ναύτες, και κατέληξαν στην απαίτηση να απελευθερωθούν οι αντάρτες των Thuringen και Helgoland. Η αστυνομία έκλεισε τα γραφεία την επόμενη ημέρα, αλλά στις 2 Νοέμβρη συγκεντρώθηκαν απ’ έξω πολλοί περισσότεροι. Στις 3 Νοέμβρη ήταν αρκετές χιλιάδες, και τα αιτήματα είχαν εμπλουτιστεί. Όχι μόνο απελευθέρωση των κρατούμενων, αλλά και ειρήνη και ψωμί. Εννοώντας στα σοβαρά τις απαιτήσεις τους αυτές οι χιλιάδες στασιαστών ουσιαστικά ναυτικών, ξεκίνησαν διαδήλωση προς τις στρατιωτικές φυλακές. Για να τους σταματήσει η ναυτική αστυνομία άρχισε να πυροβολεί στο ψαχνό: 7 δολοφονήθηκαν και 29 τραυματίστηκαν σοβαρά.
Το λάδι στη φωτιά είχε ριχτεί. Στις 4 Νοέμβρη μεγάλες ομάδες στασιαστών κινούνταν σε διάφορα σημεία του Κιέλου, ενώ οι στρατιώτες ενός μεγάλου στρατοπέδου στα βόρεια περίχωρα του Κιέλου στασίασαν επίσης. Κλήθηκε στρατός από άλλα σημεία της περιοχής, για να καταστείλει την εξέγερση, όμως ένα μεγάλο μέρος κι αυτών ενώθηκε με τους εξεγερμένους. Το βράδυ της 4 Νοέμβρη το Κίελο βρισκόταν de facto υπό τον έλεγχο 40.000 εξεγερμένων ναυτών, στρατιωτών και εργατών, ενώ δυο μέρες μετά το ίδιο θα συνέβαινε στο Wilhelmshaven.
Εκείνη την ημέρα, αντιπροσωπείες των εξεγερμένων ναυτών ξεκίνησαν για όλες τις μεγάλες πόλεις της γερμανίας. Στις 7 Νοέμβρη οι επαναστάτες είχαν υπό τον έλεγχο τους όλες τις μεγάλες παράκτιες πόλεις και επιπλέον το Αννόβερο, το Μπραουνσβάικ, την Φραγκφούρτη το Μέιν και το Μόναχο. Στο Μόναχο ένα “συμβούλιο στρατιωτών και εργατών” ανάγκασε τον (τελευταίο) βασιλιά της Βαυαρίας να παραιτηθεί. Η Βαυαρία ανακηρύχθηκε “σοβιετική - δηλαδή συμβουλιακή - δημοκρατία”.
Τις επόμενες ημέρες όλοι οι βασιλιάδες και πρίγκηπες (τοπικοι ηγεμόνες των γερμανικών κρατιδίων) είχαν καθαιρεθεί από επαναστατικά συμβούλια. Τα μέλη αυτών των συμβουλίων ήταν, κυρίως, μέλη του SPD και της εξ αριστερών διάσπασής του το 1917, του USPD (στο οποίο συμμετείχαν και οι σπαρτακιστές). Τα βασικά αιτήματά τους, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ήταν υπέρ της δημοκρατίας, της ειρήνης και ενάντια στον μιλιταρισμό.
Οι εξεγερμένοι ναύτες στο ναύσταθμο της Wilhemshaven
Την περίοδο που ξεκινούσε αυτή η εξέγερση, δηλαδή τον Οκτώβρη και το Νοέμβρη του 1919, που έμοιαζε να έχει την υποστήριξη της κομματικής ιεραρχίας του SPD, αυτή η ιεραρχία βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με τον στρατό και τα αστικά κόμματα, για την ομαλή και υπό έλεγχο μεταπολεμική μετατροπή του καθεστώτος από “αυτοκρατορική δημοκρατία” σε κανονική αστική. Η υπό διαμόρφωση συμφωνία προέβλεπε εκλογές το γρηγορότερο για εθνική συνέλευση που θα διαμόρφωνε το νέο σύνταγμα· και, φυσικά, παρότι πολλά μέλη του SPD συμμετείχαν στα καινούργια “συμβούλια εργατών και στρατιωτών”, πουθενά δεν προβλεπόταν η εξουσία αυτών των συμβουλίων! Ο γραμματέας του SPD Ebert το είχε δηλώσει καθαρά στις 7 Νοέμβρη:
... Εάν ο Kaiser δεν υποχωρήσει, η κοινωνική επανάσταση θα είναι αναπόφευκτη. Αλλά δεν την θέλω, στην πραγματικότητα τη μισώ σαν αμαρτία...
Για το πάντα ηγεμονικό πολιτικά SPD τα “συμβούλια” ήταν απλά ένα μέσο πίεσης προς τον αυτοκράτορα, ανεκτό για μικρό διάστημα, έως ότου γίνουν εκλογές και αποκατασταθεί η νομιμότητα. Για μεγάλο μέρος του USPD και αρκετά απ’ τα μέλη των “συμβουλίων” η πρόθεση ήταν ανάποδη: οι εκλογές θα έπρεπε να αργήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο για να “σταθεροποιηθούν πολιτικά γεγονότα” de facto (δηλαδή τα “συμβούλια” και οι απαιτήσεις τους) πριν απ’ τις εκλογές και πριν τη διαμόρφωση του συντάγματος.
Το συμβούλιο ναυτών του καταδρομικού Prince Regent Luitpold
Απ’ έξω και απο μακρυά θα μπορούσε αυτή η αντίθεση να μοιάζει με αγώνα δρόμου. Στην πραγματικότητα ήταν η πόλωση μεταξύ ενός λιγότερο ή περισσότερο επεξεργασμένου σχεδίου “εκδημοκρατισμού” του γερμανικού καπιταλισμού, στο οποίο συμφωνούσαν τα αστικά κόμματα και η κομματική ιεραρχία του SPD, και μια ανεπέξεργαστη αλλά γεμάτη ενθουσιασμό διαδικασία σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της γερμανικής κοινωνίας, ελεγχόμενη από ένοπλους εργάτες και στρατιώτες.
Στις 9 Νοέμβρη 100 ένοπλοι φρουροί της επανάστασης απ’ τα μεγαλύτερα εργοστάσια του Βερολίνου κατέλαβαν το κοινοβούλιο, και ανακοίνωσαν τον σχηματισμό επαναστατικής βουλής. Οι συγκεκριμένοι εργάτες σχεδιάζαν ούτως ή άλλως ένοπλη επανάσταση για τις 11 Νοέμβρη, αλλά αιφνιδιάστηκαν ευχάριστα απ’ την εξέγερση στο στόλο του Κιέλου. Δεν είχαν καμία εμπιστοσύνη ούτε στον Ebert ούτε στους ελιγμούς του, και για να το προλάβουν ανακοίνωσαν εκλογές για την επόμενη ημέρα: σε κάθε εργοστάσιο και κάθε στρατόπεδο οι εργάτες και οι στρατιώτες θα έπρεπε να εκλέξουν συμβούλια, που με τη σειρά τους θα εξέλεγαν μια επαναστατική κυβέρνηση.
Η διπλή εξουσία ήταν ήδη γεγονός στην μεταπολεμική Γερμανία - και θα παρέμενε η πραγματικότητα για τους επόμενους δύο μήνες. Υπήρχε μια “επίσημη” μεταβατική κυβέρνηση, της οποίας πρωθυπουργός είχε αυτοανακηρυχθεί ο Ebert, με τη σύμφωνη γνώμη των αστικών κομμάτων και του στρατιωτικού επιτελείου· και υπήρχαν διάσπαρτες σε όλη την επικράτεια αλλά πολλές επαναστικές αυτο-θεσμίσεις, κυρίως τα συμβούλια εργατών και στρατιωτών, αλλά και η “επαναστατική κυβέρνηση”. Αλλά σ’ αυτήν την κατάσταση που έτεινε προς την πόλωση και όχι στη συνύπαρξη, το SPD έβλεπε να χάνει την επιρροή του σε χιλιάδες μέλη του που συμμετείχαν στα συμβούλια· πράγμα που για τον έμπειρο Ebert και τους υπολοιπους του γερμανικού καθεστώτος σήμαινε πως όσο αργούσε το “ξεκαθάρισμα λογαριασμών” τόσο το χειρότερο γι’ αυτούς.
Πράγματι, μέσα στα συμβούλια, κουβεντιάζονταν ιδέες και διαμορφώνονταν προτάσεις για την οργάνωση της παραγωγής και της εργασίας στην επερχόμενη εργατική δημοκρατία της γερμανίας. Οι πιο μετριοπαθείς απόψεις ήταν υπέρ του “δημοκρατικού ελέγχου” τουλάχιστον των μεγάλων εργοστασίων. Οι πιο ριζοσπαστικές ήταν υπέρ της άμεσης δημοκρατίας στο σύνολο της παραγωγής. Για να μειώσει την ελκυστικότητα τέτοιων απόψεων ο Ebert έπρεπε να αξιοποιήσει τα ελεγχόμενα απ’ το SPD “νομιμόφρονα” συνδικάτα. Όντως, ανάμεσα στις 9 και στις 12 Νοέμβρη οι επικεφαλής αυτών των συνδικάτων συναντήθηκαν στο Βερολίνο με τους Hugo Stinnes και Carl Friedrich von Siemens, σαν αντιπροσώπους των μεγάλων βιομηχανιών. Η συμφωνία που έκλεισαν ήταν χαρακτηριστική ενός μοντέλου που επρόκειτο να γίνει η νόρμα στη γερμανία (και αλλού) μετά από έναν ακόμα παγκόσμιο πόλεμο:
- τα συνδικάτα εγγυώνταν την ομαλότητα στην παραγωγή, την παρεμπόδιση άγριων απεργιών, την καταπολέμηση της επιρροής των συμβουλίων και την αποτροπή της εθνικοποίησης των μέσων παραγωγής· ενώ
- οι εργοδότες απ’ την μεριά τους εγγυώνταν την καθιέρωση του ημερήσιου οκταώρου (ένα εργατικό αίτημα πολλών χρόνων, που απέρριπταν μετά βδελυγμίας), την αντιπροσώπευση των εργατών μέσω των συνδικάτων, στη διοίκηση των επιχειρήσεων, και την διαρκή αναγνώριση (σαν συνομιλητών) των συνδικάτων και σε καμία περίπτωση των συμβουλίων. Θα σχηματιζόταν επίσης μια “επιτροπή μεσολάβησης” που θα αναλάμβανε να εξομαλύνει μελλοντικές αντιθέσεις μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων, ενώ σε κάθε επιχείρηση με περισσότερους από 50 εργαζόμενους θα δημιουργούνταν επιτροπές επίβλεψης της ορθής εφαρμογής των συμφωνιών.
Διαδήλωση επαναστατών στην Wilhemshaven στις 6 Νοέμβρη του 1918
Ενόσω συνέβαιναν αυτά, τα συμβούλια, χωρίς κάποια οργανωτική αυστηρότητα αλλά με μεγάλο ενθουσιασμό, έπαιρναν τις δημόσιες υπηρεσίες διάφορων πόλεων υπό τον έλεγχό τους: Leipzig, Αμβούργο, Βρέμη, Γκότα, Chemnitz. Σε άλλες πόλεις, όπως το Ντύσσελντορφ ή το Μπράουνσβαικ, οι δημόσιοι υπάλληλοι που παρέμεναν οπαδοί του Kaiser δέθηκαν. Στο Αμβούργο και στη Βρέμη σχηματίστηκαν σώματα ένοπλων κόκκινων φρουρών, για την προάσπιση της επανάστασης. Κοντά στο Μέρσεμπουγκ τα συμβούλια πήραν τον έλεγχο μιας πολύ μεγάλης χημικής βιομηχανίας. Τα συμβούλια ανέλαβαν επίσης τη διανομή φαγητού, την περίθαλψη και την αστυνόμευση των φαντάρων που επέτρεφαν σταδιακά απ’ το δυτικό μέτωπο μετά τη λήξη του πολέμου.
Και απ’ την άλλη μεριά ο Ebert και ο γενικός αρχηγός του στρατού στρατηγός Groener μετακινούσαν στρατό προς το Βερολίνο. Η πρώτη προσπάθεια καταστολής (που έμελλε να αποδειχθεί “προειδοποιητική”) έγινε στις 15 Δεκέμβρη, την παραμονή της πρώτης μεγάλης συνέλευσης των εργατών που θα γινόταν, με αντιπροσώπους των συμβουλίων απ’ όλη την επικράτεια, στο Βερολίνο. Θέλοντας να εμποδίσουν την πραγματοποίηση αυτής της συνέλευσης, το SPD και το γερμανικό επιτελείο προώθησαν πιστά σ’ αυτούς στρατιωτικά σώματα, που προσπαθώντας να συλλάβουν τα μέλη του εκτελεστικού συμβουλίου της συνέλευσης άρχισαν να ρίχνουν στο ψαχνό εναντίον μιας διαδήλωσης άοπλων κόκκινων φρουρών. Σκοτώθηκαν 16 απ’ αυτούς.
Αλλά η συνέλευση έγινε. Και μετά από συζητήσεις τριών ημέρων, στις 19 Δεκέμβρη, με μεγάλη πλειοψηφία (344 - 98), αποφάσισε ότι είναι προτιμότερο να εγκαταλειφθεί η προοπτική ενός συμβουλιακού συστήματος για το σύνολο της γερμανικής επικράτειας, και να υποστηριχτούν οι εκλογές και η συντακτική συνέλευση που προωθούσε το επίσημο SPD και οι σύμμαχοί του.
Ήταν επικράτηση κάποιου ρεαλισμού ή της γραμμής Ebert μέσα στα συμβούλια; Το σίγουρο ήταν ότι υπήρχε μια ασυμβίβαστη αντίθεση με την “νόμιμη κυβέρνηση”: το ζήτημα του ελέγχου του στρατού. Η συνέλευση αποφάσισε την εκλογή ενός “κεντρικού συμβουλίου” εργατών και στρατιωτών που θα είχε λόγο στην κεντρική διοίκηση του στρατού· την εκλογή των αξιωματικών απ’ τους στρατιώτες· και να έχουν την αρμοδιότητα των πειθαρχικών μέτρων μέσα στο στρατό όχι οι αξιωματικοί αλλά τα συμβούλια στρατιωτών. Ενστικτώδικα ή απ’ την εμπειρία τους τα συμβούλια κτύπαγαν με το μαχαίρι τα πλευρά των σχεδίων του Ebert και των συμμάχων τους. Όσες συμφωνίες κι αν έδειχναν σε άλλα θέματα, και όση διάθεση συμβιβασμού, ο προσανατολισμός τους στον εργατικό έλεγχο πάνω στο στρατό σήμαινε ουσιαστικό αφοπλισμό της γερμανικής αστικής τάξης. Κι αυτό την στιγμή που για να αποφύγει τις ανταρσίες το γερμανικό επιτελείο έφτιαχνε “νομιμόφρονα σώματα εθελοντών” (freikorps), από στρατιώτες και αξιωματικούς φιλοβασιλικών πεποιθήσεων, για να αντιμετωπιστεί η “μπολσεβίκικη συνωμοσία”.
Η στιγμή της τελικής αναμέτρησης δεν θα αργούσε, παρότι τόσο οι ριζοσπάστες του USDP όσο και του πολύ καινούργιου “κομμουνιστικού κόμματος” (KPD) όπως ο Karl Liebknecht και η Rosa Luxemburg δεν είχαν ξεκάθαρη πρακτική άποψη γι’ αυτήν.
Στις 4 Γενάρη του 1919 η επίσημη κυβέρνηση απέλυσε τον επικεφαλής της αστυνομίας του Βερολίνου, που ήταν μέλος του USPD, επειδή είχε αρνηθεί να καταστείλει πρόσφατες εργατικές διαδηλώσεις. Σαν αποτέλεσμα αυτής της απόλυσης το USDP, το KPD και οι επαναστικές φρουρές κάλεσαν διαδήλωση για την ίδια ημέρα. Προς μεγάλη έκπληξη των οργανωτών επρόκειτο για τεράστια διαδήλωση, που έγινε ακόμα μεγαλύτερη την επόμενη ημέρα, Κυριακή 5 Γενάρη, όπου εκατοντάδες χιλιάδες εργατών διαδήλωσαν στο κέντρο του Βερολίνου, πολλοί με όπλα στα χέρια. Το απόγευμα καταλήφθηκαν όλοι οι σιδηροδρομικοί σταθμοί αλλά και τα γραφεία των αστικών εφημερίδων που τις προηγούμενες ημέρες απαιτούσαν την δημιουργία περισσότερων freikorps αλλά και την δολοφονία των Σπαρτακιστών. Εντέλει όλες αυτές οι εκατοντάδες χιλιάδες εξέλεξαν, την ίδια ημέρα (δια αντιπροσώπων) μια 53μελή “εσωτερική επαναστατική επιτροπή” με σκοπό να κατευθύνει την αναπόφευκτη αναμέτρηση.
Στις 6 Γενάρη ο κόσμος που διαδήλωνε στο Βερολίνο ήταν περισσότερος από ποτέ - και σε ένα μεγάλο μέρος του ένοπλος. Στις 8 Γενάρη ο Ebert διέταξε την “αποκατάσταση της τάξης”, που άρχισε στις 9 Γενάρη από “νομιμόφρονα” τμήματα του στρατού για να συνεχίσει απ’ τις 12 Γενάρη και μετά απ’ τα freikorps. Επρόκειτο για μέρες κανονικών οδομαχιών, που έληξαν με νίκη των καθεστωτικών, που είχαν απεριόριστες ποσότητες πυρομαχικών και βαριά όπλα. Το βράδυ της 15ης Γενάρη οι καθεστωτικοί βρήκαν και έδεσαν τους Luxemburg και Liebknecht, και ύστερα από μια νύχτα βσανιστηρίων, τους εκτέλεσαν. Το σώμα της Luxemburg ρίχτηκε στο κανάλι Landwehr που διατρέχει το Βερολίνο, και βρέθηκε 6,5 μήνες αργότερα. Ο Liebknecht θάφτηκε, χωρίς όνομα, σε άγνωστο νεκροταφείο.
Πανηγυρισμοί στο Μόναχο για την ανακήρυξη της Συμβουλιακής Δημοκρατίας στη Βαυαρία,
8 Νοέμβρη 1918
Δεν ήταν αυτό το τέλος της επανάστασης. Τους πρώτους μήνες του 1919 έγιναν πολλές ένοπλες εξεγέρσεις σε όλη τη Γερμανία, που καταστάλθηκαν με τον ίδιο βίαιο και ακόμα πιο αιματηρό τρόπο. Στο Βερολίνο τον Γενάρη σκοτώθηκαν 156 άτομα και απ’ τις δύο πλευρές. Στη Βρέμη, 1,5 μήνα μετά, οι νεκροί ήταν 400. Στην αρχή του Μάρτη μια γενική απεργία στο Βερολίνο εξελίχτηκε σε ένοπλη αναμέτρηση των απεργών με τα freikorps, που κράτησε σχεδόν δύο βδομάδες, και άφησε 1200 νεκρούς - πολλούς εκτελεσμένους εν ψυχρώ σύμφωνα με τις οδηγίες του επιτελείου. Στο Αμβούργο και στη Θουρηγκία ο εμφύλιος κράτησε μήνες, και ήταν στις αρχές του Μάη που τα freikorps εισέβαλαν κι εδώ και “αποκατέστησαν την τάξη” με τον ίδιο τρόπο όπως στο Βερολίνο και στη Βρέμη.
Η “δημοκρατία της Βαϊμαρης” θα κτιστεί πάνω στους τάφους της εργατικής επανάστασης στη Γερμανία...
zipo
Ένοπλη διαδήλωση εργατών και στρατιωτών στο Βερολίνο τον Δεκέμβρη του 1918
1 - Το 1912 το SPD είχε 112 βουλευτές στη γερμανική βουλή, περίπου 1 εκατομμύριο μέλη, και οι κομματικές εφημερίδες του πάνω από 1,5 εκατομμύριο συνδρομητές. Τα εργατικά συνδικάτα είχαν 2,5 εκατομμύρια μέλη, ενώ το SPD διέθετε ή ήλεγχε έναν πολύ μεγάλο αριθμό από συνεργατικά εγχειρήματα, πολιτιστικά κέντρα κλπ.
[ επιστροφή ]
Πάνω: Επαναστάτες στο Βερολίνο
Κάτω: Επαναστάτες στην πύλη του Βραδεμβούργου εναντίον του κυβερνητικού στρατού