Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ ΣΤΑ '30s
Ο σπόρος και το χώμα
Ο σπόρος και το χώμα
Η βιβλιογραφία αναφέρει ότι ένα προκομμένο μέλος του Ιδρύματος Mont Pelerin, ο αμερικάνος Antony Fisher, με τις ευλογίες και την υποστήριξη του Hayek, έγραψε την δικιά του ιστορία δείχνοντας πόσο πολύ μπορούν να γεννούν οι κότες στον τομέα των think tanks. Βιομήχανος ορνιθοτρόφος ο ίδιος, ίδρυσε το Institute of Economic Affairs στο Λονδίνο το 1955, το Heritage Foundation στην Ουάσιγκτον το 1973, το Manhattan Institute for Policy Research στη Ν. Υόρκη το 1977 και το Atlas Economic Research Foundation το 1981. Με τη σειρά τους αυτά (ή κάποια απ’ αυτά) δημιούργησαν άλλα, και ούτω καθ’ εξής: ένα δίκτυο (νεο)φιλελεύθερων “μετωπικών” στα ‘50s, στα ‘60s, στα ‘70s... Το γεγονός ότι το Institute of Economic Affairs χαρακτηρίστηκε σαν “το think tank της Θάτσερ”, ή το γεγονός ότι απ’ τους 76 οικονομικούς συμβούλους του Ρήγκαν στην προεκλογική του εκστρατεία του 1980 τα 22 ήταν μέλη του Ιδρύματος Mont Pelerin, θα μπορούσαν να προσθέσουν αποδείξεις αποτελεσματικότητας σ’ αυτήν την πολυετή φιλότιμη προσπάθεια των νεοφιλελεύθερων να διορθώσουν τα κατ’ αυτούς κακά του καπιταλιστικού κόσμου· και μια δόση απ’ το θανάσιμο αμάρτημα της συνωμοσιολογίας: χμμμ! τώρα εξηγούνται όλα!...
Όμως ο νεοφιλελευθερισμός ΔΕΝ έγινε η καινούργια (ως τώρα) Μεγάλη Αλήθεια της καπιταλιστικής οργάνωσης επειδή είχε φανερά ή υπόγεια δίκτυα οπαδών και φανατισμό. Όπως θα δείξουμε σε επόμενα τεύχη των κόκκινων σελίδων ο νεοφιλελευθερισμός βγήκε απ’ την πολιτική κατάψυξη όταν είχαν δημιουργηθεί (ή, τέλος πάντων, αυτό πίστευαν τα τότε αφεντικά) κατάλληλες προϋποθέσεις.
Το όριο, σε σχέση με τη σταθερότητα και τη μακροβιότητα του καπιταλισμού, που αναγνώρισε ο Κέυνς τόσο πριν όσο και μετά την Μεγάλη Κρίση του 1929, ήταν η οξύτητα και τα χαρακτηριστικά του εργατικού ανταγωνισμού. Της πάλης των τάξεων - απ’ τη δικιά μας μεριά. Ειδωμένο στο σύνολό του το οικοδόμημα του Κέυνς, κι όταν μιλάει τη γλώσσα της πολιτικής κι όταν μιλάει την γλώσσα της οικονομίας, συνδιαλέγεται άμεσα ή έμμεσα μ’ αυτό: την εργασία και τους εργάτες σαν οργανωμένη δύναμη. Όταν ο Κέυνς μιλάει για την ενεργό ζήτηση μιλάει για τον μισθό. Κι όταν μιλάει για τον μισθό μιλάει για την “παραγωγική” (για το σύστημα και τις ισορροπίες του) ενσωμάτωση της εργατικής τάξης.
Τόσο οι κλασσικοί όσο και οι νεωτεριστές φιλελεύθεροι, απ’ τη δικιά τους μεριά, την ίδια εποχή, δεν ήθελαν και δεν μπορούσαν να έχουν μια τέτοια οπτική. Μια οπτική, δηλαδή, στης οποίας το κέντρο θα βρίσκονταν αυτοί οι ξεροκέφαλοι και αποφασισμένοι με τις φόρμες. Με ψυχαναλυτικά κριτήρια αυτό λέγεται απώθηση. Με πολιτικά κριτήρια λέγεται - θα λεγόταν στα ‘30s και στα ‘40s - παταγώδης αποτυχία. Εάν ο Κέυνς πέτυχε να θεωρηθεί ο “γιατρός της κρίσης” και ο “αρχιτέκτονας του μεταπολεμικού καπιταλιστικού θαύματος” δεν ήταν επειδή είχε μαγικές ικανότητες. Ούτε επειδή είχε εξαγοράσει πολιτικούς και κυβερνήσεις. Ήταν απλά επειδή οι παλιοί και οι καινούργιοι φιλελεύθεροι δεν είχαν να προτείνουν τίποτα της προκοπής για τις περιστάσεις.
Το γεγονός λοιπόν ότι οι ιδέες της ελευθερίας της αγοράς επέζησαν, ανανεώθηκαν, τροποποιήθηκαν, εκσυγχρονίστηκαν, σε συνθήκες αίρεσης για κάμποσα χρόνια, σαν περιθώριο του ακαδημαϊκού και μηντιακού σύμπαντος, δεν προδίκαζε, κι ούτε θα μπορούσε να προδικάσει, ότι στο τέλος θα πετύχουν να αναγνωριστεί η αλήθεια τους (εντός εισαγωγικών η λέξη). Στην πράξη (θα το δούμε στη συνέχεια) ακόμα κι όταν ο νεοφιλελευθερισμός κλήθηκε στα ‘70s να εφαρμόσει επειγόντως τις δικές του συνταγές, αποτύγχανε εκεί που υποσχόταν πως έχει το φάρμακο.
Η επιτυχία των νεοφιλελεύθερων είχε (και έχει) να κάνει με την κατάσταση εκείνου που αρνούνται επίσημα να αναγνωρίσουν αλλά, με διάφορους τρόπους, πολεμούν διαρκώς: της εργατικής συνείδησης. Δεν είναι περισσότερο (αλλά ούτε λιγότερο) “σωστός” ο νεοφιλελευθερισμός σε σχέση με τον κεϋνσιανισμό για το ξεπέρασμα (ή το κουκούλωμα) των θεμελιακών αντινομιών του καπιταλισμού. Το μέτρο της επιτυχίας ή της αποτυχίας όλων των οικονομολογικών ορθοδοξιών ή αιρέσεων είναι η κατάσταση των συνειδήσεων των (κάθε φορά σε καινούργια σύνθεση) εργατών, και η ένταση ή η ύφεση του ταξικού ανταγωνισμού.
Το τι αναγνωρίζει και τι δεν αναγνωρίζει ο κάθε ειδικός των αφεντικών, οικονομολόγος, κοινωνιολόγος, ψυχολόγος ή οτιδηποτελόγος, εμπίπτει στην παρατήρηση του Κέυνς:
Oι οικονομολόγοι... διαλέγουν τις υποθέσεις εργασίας πάνω στις οποίες προχωρούν... επειδή είναι οι πιο απλές και όχι επειδή είναι οι πιο κοντινές στην πραγματικότητα...
και στην παροιμία:
Κι αν δεν ταιριάζουν οι απόψεις μου με την πραγματικότητα, τόσο το χειρότερο για δαύτην...