Στις 11 Ιουλίου συμπληρώνονται δεκαπέντε χρόνια από τη μέρα που ο στρατός των σερβοβόσνιων μαζί με σέρβους και έλληνες παραστρατιωτικούς (και κάτω από το βλέμμα των κυανόκρανων του ΟΗΕ) εισέβαλε στη Σρεμπρένιτσα. Δεκαπέντε χρόνια από τη μέρα που μπήκε σε κίνηση ο μηχανισμός εξόντωσης που μέσα σε λίγες μέρες άφησε πίσω του τουλάχιστον 7.500 νεκρούς και σφράγισε έτσι την τρίχρονη πολιορκία της Βοσνίας. Δεκαπέντε χρόνια μετά, ελάχιστοι φυσικοί αυτουργοί έχουν «τιμωρηθεί» από ένα διεθνές δικαστήριο-πλυντήριο και εκτίουν ποινές-χάδια σε κυριλέ φυλακές της Ολλανδίας. Δεκαπέντε χρόνια μετά οι ηθικοί αυτουργοί του εγκλήματος όχι μόνο δεν έχουν «απολογηθεί» αλλά εξακολουθούν να σχεδιάζουν, να προωθούν, να χειροκροτούν ή να ανέχονται παρόμοιες «επιχειρήσεις».
Ήταν κάποτε μια χώρα Όσοι έζησαν σ’αυτή τη γωνιά των βαλκανίων τη δεκαετία του ’80, ξέρουν καλά ότι η Γιουγκοσλαβία δεν ήταν καταδικασμένη από κάποια ανεξήγητη βαλκανική κατάρα να μπει στον πάγκο του χασάπη. Ακόμα κι ο φτωχός εμπειρισμός βοηθάει να θυμηθούν ότι η Γιουγκοσλαβία ήταν πολλά άλλα πράγματα πριν γίνει το συνώνυμο του εμφυλίου, της εθνοκάθαρσης, της διάλυσης και του ολοκληρωτισμού: Πρότυπο για όσους θαυμάζανε την αυτοδιαχείριση, κυριλέ τουριστικός προορισμός, υπόδειγμα πολυεθνικής κοινωνίας, προνομιακός τόπος σπουδών για τους ελληνόπαιδες, επιτυχημένο βιομηχανικό πείραμα. Ακόμα κι αν αυτά αποτελούν πλέον μια θλιβερή ανάμνηση, αρκούν για να συνειδητοποιήσει κανείς ότι οι γιουγκοσλάβοι (κυρίως οι βόσνιοι αλλά και όσοι επέμειναν να αναφέρονται στην πολυεθνική γιουγκοσλαβία μέχρι το τέλος του πολέμου) είχαν την ατυχία να βρεθούν σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι. Σ’ ένα σταυροδρόμι που συναντήθηκαν οι πιο άγριοι εθνικισμοί του τέλους του 20ου αιώνα αλλά και ευρύτεροι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί. Η Βοσνία ήταν από όλες τις δημοκρατίες της Γιουγκοσλαβίας, αυτή που είχε πιο έντονο το πολυεθνικό στοιχείο. Δεν ήταν μόνο τα ποσοστά του πληθυσμού (σύμφωνα με την απογραφή του 1991 στη Βοσνία ζούσαν 43,7% μουσουλμάνοι, 31,3% σέρβοι και 17,3% κροάτες). Αλλά και το γεγονός ότι η πρωτεύουσα της, το Σαράγεβο είχε το μεγαλύτερο ποσοστό μικτών γάμων ενώ οι περισσότεροι κάτοικοι αυτοπροσδιορίζονταν ως Βόσνιοι. Ένα στα πέντε παιδιά στη Βοσνία προερχόταν από μικτό γάμο κι ένας στους δύο πολίτες είχε στενό συγγενή από άλλη εθνότητα. Στοιχεία που δεν είναι φυσικά άσχετα με την αργή και μεθοδική εξόντωσή τους. Ο βιασμός της Βοσνίας άρχισε το 1992 αλλά για να γίνει εφικτός έπρεπε πρώτα να έχουν συμβεί μία σειρά άλλα γεγονότα. Ήδη από το 1986 ο Μιλόσεβιτς, τέκνο της κομμουνιστικής ηγεσίας αλλά και εθνικός ηγέτης των σέρβων είχε βάλει σε λειτουργία το σχέδιο για την ομογενοποίηση της σέρβικης κοινωνίας γύρω από την ιδέα της Μεγάλης Σερβίας. Επιχείρησε να ανάψει τη σπίθα του πολέμου το 1987 στο Κόσοβο, προβοκάτσια που θα έδειχνε το σκοπό της 10 χρόνια αργότερα. Επέβαλε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μέσα στη Σερβία για να τσακίσει τις αντιπολιτευτικές φωνές εν όψει του πολέμου αλλά και να προσεταιριστεί τον μέχρι τότε ομοσπονδιακό στρατό. Προετοίμασε και οργάνωσε την «εξέγερση» των σέρβων της Κράινα, κηρύσσοντας έτσι την έναρξη του σερβοκροατικού πολέμου, ο οποίος αν και δεν υστερούσε σε ακρότητες, ήταν απλά το πρελούδιο για όσα θα ακολουθούσαν στη Βοσνία. Σε κάθε περίπτωση το 1992, ήταν όλα έτοιμα για να προχωρήσει στο πιο βίαιο κομμάτι του σχεδίου του για τη Μεγάλη Σερβία: στην εθνοκάθαρση στο έδαφος της Βοσνίας. Ο βίαιος διαμελισμός της Βοσνίας είχε ανακοινωθεί με κάθε λεπτομέρεια πριν ακόμα ξεκινήσει και όλοι ήξεραν τι επρόκειτο να συμβεί. Τον Απρίλη του ΄91 κιόλας ο Μιλόσεβιτς είχε εξηγήθεί στη σέρβικη βουλή: «Το ζήτημα των συνόρων είναι ζωτικής σημασίας για ένα κράτος. Όπως ξέρετε είναι πάντα οι δυνατοί που καθορίζουν τα σύνορα... Ελπίζω να μην είναι πολλοί αυτοί που έχουν σκοπό να πολεμήσουν εναντίον μας». Τον Οκτώβρη του ’91 ο ηγέτης των σερβοβόσνιων Ράντοβαν Κάρατζιτς, ήταν ακόμα πιο σαφής για το μέλλον της Βοσνίας και ειδικά των μουσουλμάνων: «η μουσουλμανική κοινότητα θα εξαφανιστεί από προσώπου γης αν αποφασίσει υπέρ του πολέμου... θα μπορούσε να είναι και η αρχή του τέλους τους με την έννοια της υπόστασής τους ως έθνους». Λίγους μήνες πριν αρχίσει ο «πόλεμος στη Βοσνία», το Γενάρη του ’92, ο ίδιος άνθρωπος ξεκαθάριζε ότι δεν υπάρχει θέμα επιστροφής σε μια ενιαία Βοσνία κι ότι μοναδικός στόχος είναι να οργανωθούν οι σέρβοι σαν σύνολο άσχετα από τα τότε σύνορα. Τον Απρίλιο του ’92, η διεθνής αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Βοσνίας, έδωσε το έναυσμα στους Μιλόσεβιτς και Κάρατζιτς να πραγματοποιήσουν το σχέδιό τους. Μέσα σε λίγες μέρες, έχοντας στα χέρια τους τον ομοσπονδιακό στρατό άρα και την τρομακτική υπεροπλία κατέλαβαν με συνοπτικές διαδικασίες το 70% του εδάφους της Βοσνίας, σε ένα πρώτο γύρο σφαγών και εξανδραποδισμών: στο Ζβόρνικ, τη Μπιελίνα, το Μπρτσκο, το Ντομπόι, το Βίσεγκραντ κλπ Ταυτόχρονα οι σερβοβοσνιακές δυνάμεις κατέλαβαν στρατηγικές θέσεις γύρω από το Σαράγεβο, ξεκινώντας την πολιορκία της πόλης που έμελλε να διαρκέσει 42 μήνες. Τόσο καιρό χρειάστηκαν οι ορδές των παραστρατιωτικών για να ολοκληρώσουν στην πράξη, αυτό που είχε αναγγελθεί στα λόγια: την ένωση των σέρβων κάτω από μία πατρίδα και την «εξαφάνιση» των μουσουλμάνων. Αυτό που έγινε στη Βοσνία ήταν γνωστό και προδιαγεγραμμένο για όλους και ειδικά για τους ευαίσθητους δυτικούς. Ήταν αυτονόητο ότι για να χωριστεί σε εθνικά καθαρές περιοχές αυτό το μωσαϊκό εθνοτήτων και θρησκειών, έπρεπε να γίνουν τρομακτικές εκκαθαρίσεις, μετακινήσεις πληθυσμών και σφαγές. Κι όχι μόνο κανένας δεν είχε σκοπό να εμποδίσει αυτή την εξέλιξη αλλά όλοι βοήθησαν στη βάρβαρη πραγματοποίηση του σχεδίου. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τα ειρηνευτικά σχέδια των διπλωματών: Το πρώτο σχέδιο της Δυσής για «ειρήνη» στη Βοσνία παρουσιάστηκε το φεβρουάριο του 1993 από τους Βανς και Όουεν και προέβλεπε τη διαίρεση της Βοσνίας σε δέκα εθνικά καντόνια. Η ιδέα της καντονοποίησης της Βοσνίας νομιμοποιούσε τις σφαγές που είχαν γίνει τους προηγούμενους μήνες και έβαζε τέλος στην ιδέα της ενιαίας Βοσνίας. Το σχέδιο μπορεί να απορρίφθηκε (από τους Σέρβους που φάνηκαν τότε άπληστοι ή υπομονετικοί, αφού η δουλειά δεν είχε τελειώσει). Αλλά η Δύση είχε ξεκαθαρίσει ήδη ότι δε φαντάζεται κάτι διαφορετικό από μια εθνική διαίρεση της Βοσνίας. Όσο κυνικό κι αν ακούγεται, οι Σέρβοι και οι Κροάτες είχαν συμφωνήσει ήδη από το 1993 στο διαμελισμό της Βοσνίας, ακόμα και στις λεπτομέρειες του, υπό την υψηλή εποπτεία της δυτικής διπλωματίας. Αυτό που έμενε, ήταν να αποτυπωθούν αυτά τα σχέδια στον πραγματικό χάρτη και να ηττηθούν οριστικά οι βόσνιοι μουσουλμάνοι. Έπρεπε κατ’αρχήν οι μουσουλμάνοι που είχαν μείνει περικυκλωμένοι σε κάποιες περιοχές, να εξαναγκαστούν να φύγουν ή να εξοντωθούν. Το 1993 οι περιοχές αυτές ήταν πέντε: Ζέπα, Γκόραζντε, Μπίχατς, Σαράγεβο, Σρεμπρένιτσα. Είτε λόγω της αβλεψίας κάποιων υπευθύνων του ΟΗΕ, είτε λόγω της γενναιότητας των υπερασπιστών τους, είτε γιατί ο βιασμός της Βοσνίας έπρεπε να είναι μακροχρόνιος, η οριστική «λύση» γι’αυτές τις περιοχές δεν δόθηκε πριν το 1995. Προσφέροντας ένα ακόμα δείγμα τραγικής ειρωνείας, ο ΟΗΕ ανακήρυξε αυτές τις ζώνες «ασφαλείς περιοχές», παρατείνοντας το δράμα της Βοσνίας. Οι βομβαρδισμοί στο Σαράγεβο, οι διωγμοί, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι εκτελέσεις αμάχων ήταν καθημερινή πραγματικότητα αυτά τα δύο χρόνια για τη Βοσνία. Όλη αυτή η βία όμως, έμελλε να συμπυκνωθεί και να κορυφωθεί σε μία μικρή πόλη της Ανατολικής Βοσνίας. Η Σρεμπρένιτσα, που πριν τον πόλεμο ήταν μία πόλη 9.000 κατοίκων, είχε μετατραπεί το 1993 σε μία πόλη – στρατόπεδο συγκέντρωσης προσφύγων. Εκεί είχαν συγκεντρωθεί 60 χιλιάδες μουσουλμάνοι πρόσφυγες από τις γύρω περιοχές, περικυκλωμένοι από σέρβους παραστρατιωτικούς, αποκλεισμένοι, προστατευόμενοι υποτίθεται από μερικές δεκάδες κυανόκρανους. Τον Ιούλιο του ’95 κι ενώ η κλεψύδρα της οριστικής διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας άδειαζε, οι σερβοβόσνιοι κάτω από τις εντολές του διαβόητου Ράτκο Μλάντιτς, συνοδευόμενοι από σέρβους (και μερικές δεκάδες έλληνες) παραστρατιωτικούς, εισέβαλαν στη Σρεμπρένιτσα για να βάλουν ένα άγαρμπο τέλος στη φάρσα των «ασφαλών περιοχών». Χώρισαν τις γυναίκες και τα παιδιά από τους άντρες που ήταν σε «μάχιμη» ηλικία, 12 με 77 χρονών, και μέσα σε τρεις μέρες εκτέλεσαν στις γύρω περιοχές πάνω από 7.500 μουσουλμάνους, κάτω από το βλέμμα των οηεδων. Στους σέρβους δόθηκε ο απαραίτητος χρόνος να ολοκληρώσουν το έγκλημα, σκορπίζοντας τα πτώματα σε ομαδικούς τάφους σε όλη την περιοχή και σε κάποιες περιπτώσεις μεταφέροντάς τα σε τάφους στη σερβία για να είναι απρόσιτα στο μέλλον. Η σφαγή στη Σρεμπρένιτσα και το τέλος των θυλάκων έφερε την πραγματικότητα πιο κοντά στα σχέδια επί χάρτου. Έμεναν ορισμένες λεπτομέρειες: μερικές υποχωρήσεις των σέρβων για να έρθουν στα συμφωνημένα και ένας ακόμα βομβαρδισμός της αγοράς του Σαράγεβο, τον Αύγουστο του 1995, όπου σκοτώθηκαν εν ψυχρώ 37 άνθρωποι. Ήταν η κατάλληλη αφορμή για να γράψουν τον επίλογο σαν ειρηνευτές οι αμερικάνοι και το ΝΑΤΟ. Ο Μιλόσεβιτς κι ο Κάρατζιτς προσέφεραν μία ακόμα υπηρεσία στην πολιτισμένη Δύση και ειδικά στο τότε άγουρο ακόμα αγγλοσαξονικό μπλοκ: έδωσαν την ευκαιρία στο ΝΑΤΟ να επιβεβαιώσει το νέο του ρόλο και να στρατοπεδεύσει μόνιμα στα βαλκάνια. Η συμφωνία του Ντέιτον που υπογράφτηκε το Νοέμβριο του 1995, τρεις μόλις μήνες μετά τη Σρεμπρένιτσα, έβαλε την οριστική ταφόπλακα στην πολυεθνική Βοσνία και στη χώρα που κάποτε λεγόταν Γιουγκοσλαβία. |
|||
Αυτονομία 2021