Νέο σχέδιο του ΟΑΕΔ. Η πειθάρχηση των ανέργων μέσα από τη σχέση εργασία Ο ΟΑΕΔ τα τελευταία χρόνια φροντίζει να κρατάει μακρυά του οποιαδήποτε υποψία μέριμνας για τους ανέργους. Από τη μία, ένα πενιχρό επίδομα που εξαιτίας των αυστηρών προϋποθέσεών του δικαιούνται όλο και λιγότεροι άνεργοι. Και από την άλλη, μια σειρά προγραμμάτων υπενοικίασης εργαζομένων σε ιδιωτικές εταιρείες ή σε δημόσιες επιχειρήσεις στοχεύοντας να “ξαλαφρώσει” τα κιτάπια του από τους εκατοντάδες χιλιάδες εγγεγραμμένους ανέργους οι οποίοι αποτελούν τροχοπέδη στη -λογιστική- ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η τελευταία απόφαση της διοίκησής του για τη δημιουργία ενός “ποινολογίου ανέργων” επικυρώνει το πέρασμα από την επιδότηση της ανεργίας στον καταναγκασμό της εργασίας. Η σκέψη, η ψυχολογία, το σώμα του ανέργου δεν πρέπει να μείνουν για πολύ καιρό μακρυά από το “τί θα πει δουλειά”. Πρέπει να συγκροτηθούν γύρω από και μέσα στη σχέση εργασία.
Το σχέδιο του ΟΑΕΔ Αυτό το νέο σχέδιο κοιτά αμφότερα προς τους επιδοτούμενους και μή ανέργους. Πλάι σε διάφορες τυπικές απαιτήσεις επιβάλλεται η υποχρεωτική αποδοχή εντός 15 ημερών κάθε πρότασης που γίνεται από τον ΟΑΕΔ για θέση εργασίας. Όσο για τις δύο εξαιρέσεις μη αποδοχής της πρότασης, μόνο θυμηδία προκαλούν: η πρώτη έχει να κάνει με το εάν η απόσταση από τον τόπο κατοικίας είναι πάνω από 30 χλμ.. Τη στιγμή που ο χρόνος της μετακίνησης προς και από τη δουλειά δεν θεωρείται εργάσιμος (και άρα αμειβόμενος από τα αφεντικά) χρόνος, ο ΟΑΕΔ θεωρεί λογικό κάποιος ή κάποια να διανύουν 29 χλμ. στο πήγαινε και 29 χλμ. στο έλα κάθε ημέρα για να εργαστούν στη θέση που θα τους υποδείξει. Η δεύτερη εξαίρεση στηρίζεται σε μία κλίμακα αναλογιών ανάμεσα στον μισθό της τελευταίας εργάσιμης θέσης και του χρόνου ανεργίας: ο άνεργος μπορεί να απορρίψει τη θέση εάν οι αποδοχές του είναι μικρότερες εκείνης της τελευταίας θέσης εργασίας (για ανέργους μέχρι 6 μήνες), ή χαμηλότερες του 80% (για ανέργους 6-9 μήνες), ή χαμηλότερες του 70% (για ανέργους 9-12 μήνες). Όσους περισσότερους μήνες δηλαδή επιδοτείται ο άνεργος, τόσο χειροτερεύουν οι μισθολογικοί όροι με τους οποίους καλείται να δεχτεί τη θέση απασχόλησης. Όσο για εκείνους που δεν έχουν απασχοληθεί ποτέ ως μισθωτοί (σε αυτή την κατηγορία προφανώς συμπεριλαμβάνεται ένα μεγάλο μέρος αυτών των ηλικιών που σήμερα είναι κοντά στα 30 και όλες οι προηγούμενες δουλειές τους ήταν “μαύρες”), είναι υποχρεωμένοι να αποδεχθούν οποιαδήποτε πρόταση.
Από την επιδότηση της ανεργίας στον καταναγκασμό της εργασίας Σε μία εποχή όπου η ανεργία συγκροτεί (αναγκαστικά) ταυτότητες και διαμορφώνει κοινωνικές σχέσεις, ο ΟΑΕΔ επιφορτίζεται με το ρόλο του μηχανισμού ελέγχου και πειθάρχησης ενός ολοένα και πιο διευρυμένου κοινωνικού κομματιού. Η αναγκαστική αποδοχή των θέσεων εργασίας (ακόμη και με σύμβαση ενός μηνός) ή πρακτικής άσκησης και η συνεχής απόδειξη της αναζήτησης εργασίας σηματοδοτούν το πέρασμα από την επιδότηση της ανεργίας στον καταναγκασμό της εργασίας (και της αναζήτησής της). Τα σύντομα “διαλλείμματα” (που στηρίζονταν στο επίδομα ανεργίας) από τις επισφαλείς, ψυχοφθόρες και κακοπληρωμένες δουλειές πρέπει να αποτελέσουν παρελθόν. Ο άνεργος δεν πρέπει να νιώθει ότι έχει την επιλογή το πότε και το πού θα δουλέψει. Απαιτείται ο έλεγχος όχι μόνο πάνω στις δεξιότητές του και συνακόλουθα στην παραγωγικότητά του, αλλά και η απόρριψη κάθε υποψίας επιλογής σχετικά με τη διάθεση της εργατικής του δύναμης.
Λογιστικά συμμαζέματα Πλάι στις πολιτικές ελέγχου και διαχείρισης της εργασίας, η ανεργία είναι και ένα σύνολο λογιστικών πράξεων. Τα οικονομικά επιτελεία, οι οικονομικές εφημερίδες κάθε τόσο συμφωνούν. Η ανεργία αποτελεί τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη. Όχι με όρους πραγματικούς, δηλαδή των θέσεων εργασίας που μπορεί να ανοίγουν, αλλά με όρους λογιστικούς. Οι εγγεγραμμένοι άνεργοι γίνονται αντιληπτοί σα νούμερα, άλλοτε σαν βαρίδια που κουβαλούν μαζί τους τα ντόπια αφεντικά στις χρηματιστηριακές αγορές και στα διεθνή φόρουμ και άλλοτε σαν ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά που πιστοποιούν τη “θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας”. Σε κάθε περίπτωση, κάθε εγγεγραμμένος άνεργος (ακόμη και χωρίς να κάνει χρήση καμίας παροχής) αποτελεί ένα λογιστικό βάρος για το ελληνικό κράτος και την οικονομία του που θα πρέπει να διορθωθεί άπαξ και δια παντός. |
|||
Αυτονομία 2021