Brexit: Μαθήματα εθνοκρατισμού Οι Βρετανοί αποφάσισαν. Το τι ακριβώς, πως (και αν) θα εφαρμοστεί αυτό είναι μια άλλη, μεγάλη συζήτηση. Αλλά ψήφισαν υπέρ της εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ. Πολλοί φαίνεται να λυπούνται, ενώ αρκετοί άλλοι χαίρονται -συμπεριλαμβανομένης της ευρωπαϊκής αριστεράς και βεβαίως όλων των φασιστών, οι οποίοι ονειρεύονται ή/και σχεδιάζουν αντίστοιχα δημοψηφίσματα και στις χώρες τους. Οι ρατσιστικές επιθέσεις στη Βρετανία έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, ωσάν το ερώτημα υπό την «κρίση του λαού» να ήταν το μελλοντικό καθεστώς των μεταναστών στη χώρα, πολιτών χωρών-μελών της ΕΕ και μη. Το πολιτικό σύστημα της χώρας διαχειρίζεται κλυδωνιζόμενο μια φάση προσαρμογής στα νέα δεδομένα, αντικαθιστώντας ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού του. Και ο καιρός περνάει, διαμορφώνοντας όλο και πιο ζοφερούς συσχετισμούς, όλο και πιο «μαύρες» αφηγήσεις, δοξασίες και ιδεολογήματα που χτίζουν πάνω στα προηγούμενα. Ας είναι όμως: αν μπορούμε να κάνουμε κάτι λίγο, πραγματικά ελάχιστο, αυτό είναι να κρατήσουμε το κεφάλι μας στη θέση του. Να καταλαβαίνουμε τον κόσμο, όχι ως προβολή κάποιων πολιτικών φαντασιώσεων, αλλά σαν αυτό που είναι: μια εποχή ιστορικής πύκνωσης, μια εποχή όπου οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις έχουν τη δυναμική να παράξουν (και παράγουν!) γεγονότα μεγάλης κλίμακας. Κι όποιοι/ες βλέπουν μικρές χαραμάδες «ελπίδας» μέσα στις κινήσεις και τους τακτικισμούς των αφεντικών του κόσμου, όποιοι/ες παίρνουν τη μία ή την άλλη θέση, σε τελική ανάλυση σφραγίζουν τη δική τους «τύχη». Στενάχωρο ίσως, αλλά αληθινό. Και βεβαίως δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε βήμα μπροστά, αν δεν γίνει πλήρως κατανοητό πως τα εθνικά εμβατήρια σήμερα περιλαμβάνουν και «δημοκρατικές κάλπες». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά. Σύμφωνα με την mainstream αφήγηση το Brexit είναι η κορύφωση μιας ευρωσκεπτικιστικής στροφής σ’ όλη την ήπειρο, η οποία είχε αποτυπωθεί προηγουμένως και στις κάλπες, ήδη από τις ευρωεκλογές του 2014. Τότε η άνοδος των ακροδεξιών/φασιστικών κομμάτων είχε προκαλέσει ένα μικρό δημοσιογραφικό/πολιτικό σοκ, ενώ την ίδια στιγμή είχε στηθεί ένα ολόκληρο πλαίσιο ερμηνειών και εξηγήσεων, το οποίο ουσιαστικά νομιμοποιούσε περαιτέρω την πρόσβασή τους σε μεγάλα ακροατήρια. Δεν θα έπρεπε να παραξενεύεται κανείς μ’ αυτό: καθώς η διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης προχωρά, είναι κέρδος στρατηγικής σημασίας για τους αφέντες του κόσμου να ορίζουν το πλαίσιο της «συζήτησης» και να δείχνουν τους ιδανικούς «φταίχτες». Να ορίζουν κυρίως όμως εκείνες τις εθνικά ορθές εξηγήσεις, οι οποίες καλύπτουν τα πεπραγμένα τους πίσω από διαδοχικά πέπλα εθνικισμού και συνωμοσιολογιών. Μ’ αυτή την έννοια ο ευρωσκεπτικισμός σαν πολιτικό φαινόμενο δεν είναι τίποτα άλλο από την εθνοκρατική προτεραιότητα/εθνικοποίηση στη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης -ενώ ταυτόχρονα δείχνει με το δάχτυλο προς τη μεριά της ευρω-ολοκλήρωσης. Προφανώς σύμφωνα με την αποψή μας, δεν τίθεται θέμα ποια εκδοχή διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης εις βάρος του πολυεθνικού προλεταριάτου είναι προτιμητέα: είτε εθνική, είτε δι-εθνική, πρόκειται για πολιτικές και συμφέροντα των αφεντικών και των κρατών τους. Και φυσικά δεν μπορούμε ν’ αναγνωρίσουμε τίποτα θετικό (για μας και την τάξη μας) στην πιθανότητα αποδιάρθρωσης ενός διεθνικού πλαισίου καπιταλιστικής συσσώρευσης, προς χάριν των εθνικών αντίστοιχων. Δεν διαλέγουμε χασάπη, ειδικά σε τέτοιους καιρούς. Αυτά θα έπρεπε να είναι γνωστά και καθαρά στους πάντες. Δεν είναι όμως: είναι πολλοί εκείνοι που και στα μέρη μας χαίρονται με το Brexit -άλλωστε τα χειροκροτήματα πάντα δωρεάν ήταν. Εκείνο όμως που κοστίζει τα πάντα από πολιτική άποψη είναι το γεγονός ότι μέσα στα χρόνια της κρίσης το καθεστωτικό πολιτικό φάσμα έχει κατασκευάσει ένα αμφίπλευρο (αριστερό/δεξιό) πλαίσιο νομιμοποίησης του εθνικισμού, στο όνομα μιας φαντασιακής «εθνικής απελευθέρωσης», η οποία πάντα εννοείται σαν μια κάποιου είδους «θετική» εξέλιξη. Από κει και πέρα αξίζει να παρατηρήσουμε τι συμβαίνει πίσω από το θέαμα του Brexit, πριν και μετά το ίδιο το δημοψήφισμα. Τα πραγματικά ερωτήματα αφορούν φυσικά τη θέση του βρετανικού καπιταλισμού, πρώτα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο και μετά στο παγκόσμιο -έτσι προκύπτει άλλωστε το ερώτημα της συμμετοχής (ή μη) στο χώρο ελεύθερου εμπορίου που λέγεται ΕΕ. Αμέσως παρακάτω, τα πραγματικά ερωτήματα αφορούν τα καθεστώτα εκμετάλλευσης της εργασίας (και τα πιθανά τους όρια σήμερα) στο εσωτερικό της Βρετανίας-έτσι προκύπτει η όλη φιλολογία για τον περιορισμό της «ελεύθερης κίνησης» και της μετανάστευσης στη Βρετανία τα τελευταία χρόνια. Με άλλα λόγια το ερώτημα Brexit δεν είναι παρά τμήμα του προβληματισμού των βρετανικών αφεντικών (ή ενός σοβαρού κομματιού της τάξης τους), όσον αφορά τις δυνατότητες έμμεσων μορφών «προστατευτισμού» της εγχώριας παραγωγής, καθώς επίσης και την υπερένταση της εκμετάλλευσης της εργασίας στη χώρα -στα πλαίσια μιας περισσότερο «εθνικοποιημένης» διαχείρισης της κρίσης. Δεν είναι δα και τρομερό κατόρθωμα το ότι τα πραγματικά ερωτήματα κρύφτηκαν πίσω από τις κατάρες για τις Βρυξέλλες ή τους μετανάστες -έχουμε δει και πιο χοντροκομμένες αφηγήσεις να τα καταφέρνουν εδώ γύρω. Το ζήτημα πάντως είναι ότι αυτά τα πραγματικά ερωτήματα φυσικά και δεν απαντιούνται σε οποιουδήποτε είδους κάλπες. Ποτέ στην ιστορία η διαχείριση της κρίσης εις βάρος της εργατικής τάξης δεν ήταν «ζήτημα δημοκρατίας», όπως πολλοί διαδίδουν. Εν προκειμένω εκείνο που κατοχυρώθηκε στις βρετανικές κάλπες είναι η ετοιμότητα πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ψηφοφόρων ν’ αποδεχτούν καταρχήν το όλο πλαίσιο του θέματος. Να συμμετάσχουν σε μια εκλογική διαδικασία που θα επηρεάσει άμεσα το μέλλον τους κι όχι απαραίτητα με τρόπους που έχουν ήδη υποδειχθεί. Διάλεξαν μεν το χασάπη της αρεσκείας τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι (θα) έχουν κανένα σοβαρό έλεγχο επ’ αυτού. Το πιθανότερο μάλιστα είναι, αναλόγως της ψήφου τους, να παίρνουν τη μία ή την άλλη (εθνικά υπερήφανη, πάντα) θέση στις διαπραγματεύσεις αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ και το πολιτικό θέαμα που θα παράγεται εξ αυτών. Δεν ξέρουμε βεβαίως τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, αλλά δεν θα μας φαινόταν αδιανόητο το δημοψήφισμα αυτό (και τα μεθεόρτιά του) να αποκτήσει μια θέση στο συλλογικό φαντασιακό, ως μια τραυματική μεν, αλλά απαραίτητη συνθήκη της βρετανικής «απελευθέρωσης». Κι ως γνωστόν η «ελευθερία χρειάζεται θυσίες» -ει δυνατόν πολλές. (Κάτι μας θυμίζουν ολ’ αυτά...) Φυσικά αν οι βρετανοί προετοιμάζονται όντως για τα δύσκολα που είναι μπροστά τους, μπορεί να φανταστεί κανείς τι είδους «θυσίες» περιμένουν το πολυεθνικό τμήμα του προλεταριάτου στη χώρα -το οποίο προφανώς και δεν συμμετείχε στην εκλογική διαδικασία, ενώ υφίσταται ήδη πάνω στο συλλογικό του σώμα μερικές από τις συνέπειές της. Ώστε λοιπόν αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο οι ώριμες δυτικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες «εμπιστεύονται» τους πολίτες τους: υπό την συνθήκη έκτακτης ανάγκης με την οποία διαχειρίζονται την κρίση, θέτουν τα κατάλληλα -ιδεολογικά και κοινωνικά ζυμωμένα- ερωτήματα. Άλλωστε είναι πασίγνωστο ότι η ρητορική του Brexit αναπτύσσεται στο βρετανικό πολιτικό σύστημα εδώ και πολλά χρόνια, απολαμβάνοντας μια διακομματική στήριξη. Με αυτό το δεδομένο έχει όντως μια επίφαση «δημοκρατικότητας» η όλη ιστορία του δημοψηφίσματος, μόνο που θυμίζει περισσότερο μια μεγάλης έκτασης εξεταστική διαδικασία σε μερικά βασικά σημεία της κυρίαρχης ιδεολογίας. Θυμίζει κάτι σαν «δημοκρατία», μόνο που προσιδιάζει στις εποχές εκείνες που οι άρχοντες ανεβοκατέβαζαν τον αντίχειρά τους, υπό την οχλοβοή των προτιμήσεων ενός παραληρούντος κοινού. Κι όπως έχει αποδειχθεί ξανά και ξανά, μόνο άσχημα πράγματα μπορούν να συμβούν, όταν χειροκροτείς ένα έργο που αγνοείς τους πρωταγωνιστές, την πλοκή -και φυσικά τους αφανείς κασκαντέρ. Ιδιαίτερη μνεία επίσης χρειάζεται και στους φασίστες της βρετανικής Ημέρας Ανεξαρτησίας. Μέσα σε ελάχιστα πραγματικά χρόνια εντάχθηκαν (αναφερόμαστε βασικά στο UKIP εδώ) στην mainstream βρετανική πολιτική σκηνή, αναλαμβάνοντας μάλιστα και πρωτεύοντες ρόλους. Απέδειξαν έτσι ξανά πως δεν είναι μόνο μια χρήσιμη ρατσιστική ή αντιμουσουλμανική εφεδρεία στις δυτικές κοινωνίες, αλλά μπορούν, είναι σε θέση να αναλαμβάνουν και αποστολές μεγαλύτερου πολιτικού βεληνεκούς. Τους δίνεται πια αυτή η δυνατότητα από τα ίδια τα πολιτικά συστήματα πολλών ευρωπαϊκών χωρών: καθώς η διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης αποκτά περισσότερα εθνοκρατικά πρόσημα, θεωρούνται κατάλληλοι να επενδύσουν αυτές τις αφηγήσεις με μεγαλεία, φαντασιώσεις και συνωμοσιολογίες. Βοηθάει άλλωστε σχετικά και η διανοητική κατάσταση της πλειοψηφίας των πρωτοκοσμικών υπηκόων. Θα είναι το Brexit ένα σημείο καμπής ως προς την προώθηση ακροδεξιών / φασιστικών κομμάτων στην κεντρική πολιτική σκηνή των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών; Θ’ αναλάβουν όντως πιο αναβαθμισμένες πολιτικές αποστολές, από το να προσθέτουν υλικό στο βόθρο του ρατσισμού και του αντιμουσουλμανισμού; Μα αυτό συμβαίνει ήδη σε πολλές περιπτώσεις! Κι αυτό λέει πολλά για την εποχή, την ιστορική φάση των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών και τη διαχείριση της κρίσης. Οι κάλπες και τα εμβατήρια που γράφουμε και παραπάνω... Κι όσο μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης, όπως συνέβη στη Βρετανία, συνεχίζουν να βλέπουν το μέλλον τους μέσα από τα δοτά εθνικά πρίσματα, η κατάσταση δεν θα βελτιώνεται -το αντίθετο. Και το ταξίδι μέσα στη νύχτα της ιδεολογίας θα παραμορφώνει τις μορφές του πραγματικού κόσμου, χωρίς να μπορούμε να συγκροτήσουμε μια στοιχειώδη κατανόηση, καταρχήν, του τί και γιατί μας συμβαίνει. Αλλά ως γνωστόν δεν πιστεύουμε ούτε στο θεό ούτε στα θαύματα -ελπίζουμε στους ανθρώπους και τον πλούτο των σχέσεων... |
|||
Αυτονομία 2021