|
|
:push back" operations:
"παράνομες" επαναπροωθήσεις εν ελλάδι
Σε ανύποπτο χρόνο, ένας άγγλος υψηλόβαθμος καραβανάς είχε παρομοιάσει την «απειλή» που αντιπροσωπεύει η μετανάστευση για το δυτικό πολιτισμό, με τις εισβολές των βαρβάρων που κατέστρεψαν τελικά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Είχε φτάσει να πει πως αποτελεί μια «αντίστροφη αποικιοποίηση» του «πολιτισμένου κόσμου», μετά από αιώνες (δυτικής) αποικιακής ιστορίας στις περισσότερες από τις χώρες καταγωγής των μεταναστών. Αν δεν υπήρχε το σχετικό «τακτ» λόγω της θέσης του, φανταζόμαστε πως θα μπορούσε να προχωρήσει το «σκεπτικό» του σε ζητήματα που άπτονται άμεσα των (καταστροφικών) αρμοδιοτήτων του. Ακόμα κι έτσι όμως, είπε «αυτά που έπρεπε».
Γιατί η αλήθεια είναι πως η επίσημη «γραμμή» των δυτικών κρατών για τη μετανάστευση, σχεδόν αποκλειστικά πλέον, είναι μια πρακτική απώθησης των «εισβολέων» έξω από τα σύνορα «μας». Είναι η κυρίαρχη πολιτική απέναντι στο «φαινόμενο» της μετανάστευσης που γίνεται, τυπικά και ουσιαστικά, μια αντιμεταναστευτική πολιτική. Άλλωστε αυτός είναι και ο λόγος που τόσο τα μεμονωμένα πρωτοκοσμικά κράτη, όσο και υπερεθνικοί οργανισμοί σαν την ε.ε. συγκροτούν στρατο/αστυνομικά σώματα με κύρια αρμοδιότητα την πάταξη του «φαινομένου». (Γράψαμε στο προηγούμενο τεύχος λίγα πράγματα για τον Frontex.)
Μια τέτοια περίπτωση είναι οι μαζικές «επαναπροωθήσεις»/ απελάσεις/ απωθήσεις των «παράνομων» μεταναστών. Πρόκειται για μια πρακτική «διαχείρισης (πλεονάζοντος) πλήθους» που το ελληνικό κράτος χρησιμοποιεί κατά κόρον, είτε μέσω των επίσημων διακρατικών συμφωνιών, είτε με απελάσεις-στο-βουβό ή/και επιχειρήσεις «απώθησης», πριν καταφέρουν οι μετανάστες να πατήσουν ελληνικό έδαφος. Αυτός ο δεύτερος «τύπος» απελάσεων/απωθήσεων (που μας ενδιαφέρει και περισσότερο) είναι καταφανώς «παράνομος». Επειδή όμως το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να καταδικάσει τον «εαυτό του», είναι ένα από τα πολλά «κοινά μυστικά» της αντιμεταναστευτικής πολιτικής, για τα οποία δεν πρέπει να πολυγίνεται λόγος. Αυτό είναι το «καλό» με τον «πολιτισμένο κόσμο»: τα «ένοχα μυστικά» του γίνονται λιγότερο επαίσχυντα, ακριβώς επειδή είναι πασίγνωστα. (Αν αφορούσαν τίποτα «απολίτιστους» βέβαια, εκεί το θέμα αλλάζει, γιατί υπάρχει ζήτημα παραβίασης των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» κ.τ.λ.)
Όπως είπαμε και παραπάνω λοιπόν, οι μηχανισμοί του ελληνικού κράτους που είναι επιφορτισμένοι (και) με τέτοια «καθήκοντα» δεν είναι τίποτα «μαθητευόμενοι» σ’ αυτό τον τομέα. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 οι μαζικές απελάσεις αλβανών μεταναστών χρησιμοποιήθηκαν σαν μέσο πίεσης του ελληνικού κράτους στο αλβανικό, μιας πίεσης συνδεδεμένης με (τα τότε) συμφέροντα της ντόπιας εξωτερικής πολιτικής. Αλλά η Αλβανία είναι «μια πόρτα», είναι δίπλα. Δεν θα μπορούσε να συμβαίνει το ίδιο με κάποιους ασιάτες ή αφρικάνους μετανάστες/πρόσφυγες πολέμου. Ή μήπως θα μπορούσε; Τυπικά, σύμφωνα με τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις, οι υπήκοοι μιας συγκεκριμένης χώρας πρέπει να απελαύνονται στις χώρες καταγωγής τους, εκτός αν συντρέχει κίνδυνος για τη ζωή τους (οπότε δικαιούνται πολιτικό άσυλο) ή αν τα μέρη τους τα κάνουν κεραμιδαριό τίποτα δυτικοί στρατοί. Έτσι το ελληνικό κράτος έχει βρεθεί στη «δυσάρεστη» θέση να μην μπορεί να απελαύνει «νόμιμα» μια σειρά μεταναστών διαφόρων εθνικοτήτων. Κανένα πρόβλημα όμως: αν κάτι δεν μπορεί να γίνει «έτσι», γίνεται «αλλιώς». Οι μετανάστες/ πρόσφυγες πολέμου από Κ.Ασία, Μ.Ανατολή και Αφρική απελαύνονται, «παράνομα», πίσω «από κει που ‘ρθαν» (τα τουρκικά παράλια και την άλλη μεριά του Έβρου) ή δεν τους επιτρέπεται καν να πατήσουν σε ελληνικό έδαφος.
Αν θέλει κανείς να καταλάβει τι σημαίνει «απώθηση», αν θέλει να συνειδητοποιήσει τι σημαίνει πραγματικά αντιμεταναστευτική πολιτική, ακολουθεί ένα «τυπικό» τέτοιο παράδειγμα, πραγματικός κόμπος στο στομάχι. Το περιγράφει στις 10/1/2009 μια μετανάστρια που επέζησε:
«Πήγαμε στη Σμύρνη. Από κει φύγαμε με μια μικρή βάρκα. Η βάρκα μας ήταν πολύ μικρή και ήμασταν πάρα πολλοί, τουλάχιστον είκοσι άτομα μέσα. Ήταν μέσα στο χειμώνα. Τα κύματα ήταν πολύ μεγάλα. Το ελληνικό λιμενικό ήρθε. Το δικό τους σκάφος ήταν πολύ μεγαλύτερο από το δικό μας. Άρχισαν να γυρνάνε γύρω μας, κάνοντας μεγάλα κύματα. Ήταν σκοτεινά και έκανε πολύ κρύο. Έκαναν κύκλους γύρω μας και η βάρκα μας βούλιαξε. Πέσαμε στη θάλασσα. Ήταν μια γυναίκα με το μικρό της κοριτσάκι... πέθαναν και οι δύο. Το νερό ήταν τόσο κρύο, δεν ένιωθα τα πόδια μου, ένιωθα πως είχε σταματήσει να κυκλοφορεί αίμα στα πόδια μου. Μείναμε έτσι για δώδεκα ώρες, δώδεκα ώρες στο νερό. Οι άλλοι με φρόντιζαν. Ήμουν έγκυος εκείνο το καιρό, έχασα το μωρό μου στο νερό. Αιμορραγούσα άσχημα όταν με βγάλανε απ’ τη θάλασσα. Είδαμε ένα ελικόπτερο. Νομίζω ότι αυτοί κάλεσαν την τουρκική ακτοφυλακή. Ήρθαν οι τούρκοι μ’ ένα σκάφος και μετά λιποθύμησα. Ξύπνησα στο νοσοκομείο.»
Δεν πέφτουμε απ’ τα σύννεφα: ξέρουμε καλά τι «ποιότητας» καθάρματα κυκλοφοράνε στα σώματα ασφαλείας. Κι αυτή είναι μόνο μία μαρτυρία που το δείχνει αυτό, από τις πολλές που βρήκαμε. Υπενθυμίζουμε μόνο πως «απλά» εφαρμόζουν το δόγμα «η Ελλάδα δεν είναι ξέφραγο αμπέλι» στην ολοκληρωτική του εκδοχή, ειδικά μετά το καλοκαίρι του 2009. Κι αυτό είναι ένα από τα βασικά «μυστικά»-μέσα-στα-«ένοχα μυστικά» της αντιμεταναστευτικής πολιτικής: η απαίτηση «περισσότεροι μπάτσοι, λιμενικοί και συνοριοφύλακες για την ανακοπή των μεταναστευτικών ροών» σημαίνει, απλά και καθαρά, περισσότεροι «φράκτες». Με τίποτα πάντως δεν σημαίνει περισσότεροι «τροχονόμοι», «καταγραφείς των στοιχείων» των μεταναστών, «γραφεία αιτήσεων ασύλου» και άλλα τέτοια πράγματα. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως ιδεολογία δουλεύει σε υψηλές στροφές εδώ και καιρό: «η Ελλάδα είναι βασική πύλη εισόδου και δέχεται το 90% των λαθρομεταναστών όλης της ε.ε.». Όταν λοιπόν ο εκπρόσωπος τύπου της αστυνομίας, Αθανάσιος Κοκκαλάκης, συνεντευξιαζόμενος σε ξένα media, δηλώνει πως για το 2010 αναμένεται ρεκόρ εισροής μεταναστών (αλλά και συλλήψεων εντός της επικράτειας, μεταναστών που χάνουν την δυνατότητα να βγάλουν «άδεια παραμονής») και πως το ένα τρίτο της αστυνομικής δύναμης της χώρας ασχολείται μόνο με αυτό το «φαινόμενο», τότε καταλαβαίνουμε καλά πως οι στατιστικές και τα δεδομένα μετατρέπονται σε πράξη. Η πίσω όψη της «ψυχρής» παράθεσης αριθμών γράφει με τεράστια γράμματα: βαρβαρότητα. Η «δουλειά» των λιμενόμπατσων, η «απώθηση», μειώνει το «φόρτο εργασίας» των μπατσομηχανισμών εντός της επικράτειας και εμπεδώνει το «αίσθημα ασφάλειας» των πολιτών. Είδατε ο κρατικός (και καπιταλιστικός) καταμερισμός; Κάνει θαύματα...
Πέρα απ’ την «απώθηση» όμως, η οποία ακόμα και για «τεχνικούς» λόγους δεν είναι πάντα εφικτή, υπάρχουν και οι «παράνομες» επαναπροωθήσεις / απελάσεις. Ακολουθεί ακόμα ένα «τυπικό» παράδειγμα, από αφγανό μετανάστη, τον Αύγουστο του 2009:
«Όταν έφτασα στην Αθήνα δεν είχα λεφτά, κοιμόμουν στα πάρκα. Αποφάσισα να πάω στην Πάτρα και να προσπαθήσω να περάσω στην Ιταλία. Θα έτρεχα πίσω από φορτηγά και θα προσπαθούσα να κρυφτώ από κάτω τους για να μπορέσω να μπω στο πλοίο. Ένα βράδυ οι λιμενικοί με βρήκαν σε ένα φορτηγό. Μ’ έβγαλαν έξω και με χτύπησαν πολύ άγρια. Μετά με πήγαν σ’ ένα κέντρο κράτησης δίπλα στην Κομοτηνή, το κέντρο κράτησης της Βέννας, που απείχε πάνω από μιας μέρας ταξίδι απ’ την Αθήνα. Στη Βέννα, ήμασταν σε κελιά των 30 ατόμων. Βγαίναμε απ’ τα κελιά για μια ώρα, κάθε δυο ή τρεις μέρες... Οι αστυνομικοί μας προσέβαλαν συνέχεια και μας έλεγαν «μαλάκα»... Με άφησαν μετά από έξι μήνες κράτησης. Η αστυνομία μετέφερε εμένα μαζί με άλλους δεκαπέντε (έναν πακιστανό, τρεις άραβες και δώδεκα αφγανούς) σ’ ένα στρατόπεδο κοντά στην Αλεξανδρούπολη, όπου πολλές εκατοντάδες άνθρωποι ήταν κλειδωμένοι σ’ ένα μόνο δωμάτιο. Μείναμε εκεί για λίγες μόνο ώρες. Γύρω στα μεσάνυχτα, οι στρατιώτες φώναξαν εμένα κι άλλους πενήντα και μας ανάγκασαν να μπούμε σ’ ένα στρατιωτικό φορτηγό. Μας πήγαν δίπλα στον Έβρο ποταμό και μας ανάγκασαν να μπούμε σε μικρές βάρκες ανά είκοσι και μας έσπρωξαν στην τουρκική μεριά του ποταμού».
Ένας πακιστανός, τρεις άραβες και δεκατρείς αφγανοί: αν είναι δύσκολο ν’ απελαθούν με «νόμιμο» τρόπο, υπάρχουν πάντα και οι πλάγιες οδοί. Τι κι αν πολλοί απ’ αυτούς έχουν κάνει αίτηση για άσυλο (που εκκρεμεί ακόμα, την ώρα της απέλασης), τι κι αν κάμποσοι έχουν «επιστραφεί» στην Ελλάδα από άλλες χώρες της ε.ε., λόγω της εφαρμογής της συμφωνίας «Δουβλίνο 2»; Αυτά δεν έχουν καμία σημασία. Σημασία έχει να διατηρείται υψηλό το ποσοστό της ελληνικής «αποτελεσματικότητας» στις απελάσεις («νόμιμες» και «παράνομες») που είναι και το υψηλότερο στην Ευρώπη (βλέπε το σχετικό κείμενο στην προηγούμενη σελίδα).
Έχει σημασία να θυμόμαστε επίσης πως αυτού του είδους οι μαζικές απελάσεις, είναι μια μέθοδος μείωσης του «υπερπληθυσμού» των κέντρων κράτησης και των κρατητηριών των αστ. τμημάτων. Τα γεμάτα κρατητήρια και τα συνακόλουθα φαινόμενα των άθλιων συνθηκών εγκλεισμού, συνδέονται ευθέως με την αντιμεταναστευτική διαχείριση των τελευταίων χρόνων. Μόλις λοιπόν μαζευτεί ένα ικανός αριθμός κρατούμενων μεταναστών με την κατάλληλη σύνθεση εθνικοτήτων, μπαίνουν μπροστά οι «παράνομες» απελάσεις. Είναι φυσικά άγνωστος ο «ρυθμός» επανάληψης αυτής της διαδικασίας. Γιατί μπορεί να ακούμε καθημερινά για «δεκάδες λαθρομετανάστες που περνάνε τα σύνορα στον Έβρο», αλλά δεν είναι «αυτονόητο» πως αυτοί οι άνθρωποι μένουν σε ελληνικό έδαφος, παραπάνω από λίγες μέρες ή ώρες.
Άλλωστε οι εμπλεκόμενες αρχές (αστυνομία, λιμενικό, συνοριοφυλακή και στρατός) έχουν συσσωρευμένη «τεχνογνωσία» (και) σ’ αυτόν τον τομέα. Για παράδειγμα, είναι πάμπολλες οι περιπτώσεις όπου τα επίσημα καταγραμμένα στοιχεία των έγκλειστων στα κέντρα κράτησης δεν ανταποκρίνονται σ’ αυτούς που πραγματικά κρατούνται. Σε άλλες περιπτώσεις, μετανάστες και πρόσφυγες πολέμου φαίνεται να έχουν αφεθεί ελεύθεροι από κάποιο κέντρο κράτησης, ενώ στην πραγματικότητα έχουν απελαθεί «παράνομα». Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς πως αυτά οφείλονται στην περίφημη «ελληνική γραφειοκρατία». (Όπως έλεγε κι ένας μπάτσος, σε ένα ρεπορτάζ που βρήκαμε, παραπονούμενος για τις συνθήκες «δουλειάς» του: «αυτούς όλους Αχμέτ και Μουσταφά τους λένε, πώς να τους ξεχωρίσεις;»). Αλλά δεν πρόκειται περί αυτού. Κι αν φαίνεται κάπου αυτό, είναι στην ίδια τη διαδικασία των «παράνομων» απελάσεων: από τους μετανάστες/πρόσφυγες πολέμου αφαιρείται κάθε έγγραφο, κάθε αποδεικτικό στοιχείο, ακόμα και κάθε ρούχο που θα μπορούσε ν’ αποδείξει πως πέρασαν από το ελληνικό έδαφος και απελαύνονται, αφού πρώτα οι στρατόμπατσοι βεβαιωθούν πως στην άλλη μεριά του ποταμού, δεν υπάρχει κανένας να τους δει. Άλλοι δεν καταγράφονται καν όταν πατήσουν σε ελληνικό έδαφος, για να μην μπορεί ν’ αποδειχθεί τίποτα εκ των υστέρων.
Αυτή είναι λοιπόν μια πλευρά της αντιμεταναστευτικής πραγματικότητας που, για ευνόητους λόγους, ακούγεται ελάχιστα έως καθόλου. Ακόμα και μ’ αυτόν τον διεστραμμένο τρόπο πάντως, αναδεικνύονται κάποιες «ταξικές αλήθειες», ευρύτερης σημασίας για την «τύχη» των μεταναστών/προσφύγων πολέμου: είναι άνθρωποι-χωρίς-όνομα, επίσημα «ανεπιθύμητοι». Η μόνη «ταυτότητα» που τους επιτρέπεται είναι η «ιδιότητά» τους: «λαθρομετανάστες». Κι όταν οι ελληνικές αρχές αποφασίζουν να «ξεμπουκώσουν» τα κέντρα κράτησης, ακολουθούν μια δοκιμασμένη συνταγή που μόνο ένα πράγμα μας φέρνει στο μυαλό: η αφαίρεση εγγράφων και αποδεικτικών στοιχείων, πριν την απέλαση, εκεί βόρεια στην απόλυτα στρατιωτικοποιημένη περιοχή του Έβρου, απέχει μονάχα ένα βήμα από την μαζική «εκκαθάριση» ανεπιθύμητων πληθυσμών. Γιατί εκεί είναι που όλες οι αποδείξεις, όλα τα στοιχεία του εγκλήματος, πρέπει να εξαφανιστούν και να μην βρεθούν ποτέ στο μέλλον. Τα ελληνικά σώματα ασφαλείας λοιπόν, αποκτούν «τεχνογνωσία» που μπορεί ν΄ αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη στο μέλλον. Μήπως λοιπόν η αναγγελμένη, μεγαλύτερη εμπλοκή του στρατού στην «απώθηση» των μεταναστών /προσφύγων πολέμου, πέρα από τις «παράνομες» απελάσεις, μπορεί να «βοηθήσει» και σ’ αυτόν τον τομέα; Ρητορική ερώτηση... |
|