|
|
Το είδος του ρατσισμού (που κάνει τη διαφορά)
Με αφορμή το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια έχουμε ακούσει και διαβάσει κάθε πιθανό κι απίθανο ρατσιστικό «επιχείρημα», του γιατί οι μετανάστες δεν πρέπει σε καμία περίπτωση «να γίνουν έλληνες». Μάλλον είναι η πρώτη φορά που τέτοιου είδους απόψεις και οι σχετικές «κινητοποιήσεις» εκφράζονται με τέτοια ένταση σε ένα διάστημα δύο μόνο μηνών. Παρότι η επιρροή του ρατσισμού σ’ αυτή την κοινωνία είναι αδιαμφισβήτητη εδώ και πολλά χρόνια, η υπόθεση με την ιθαγένεια ανακεφαλαίωσε και «εμπλούτισε» το ρατσιστικό ρεπερτόριο, σε εύρος και έκταση.
Πέραν του γεγονότος πως η φασιστική/ρατσιστική ρητορεία προσφέρει χρήσιμες υπηρεσίες στο κράτος της παρουσιάζοντας ένα απόλυτα εθνοκεντρικό νομοσχέδιο ως «δούρειο ίππο» του «αφελληνισμού», ορμώμενοι οι εθνορατσιστές από (φαινομενικά) διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες, παρουσιάζουν (πως θα γινόταν διαφορετικά;) μια αξιοσημείωτη σύγκλιση στα «βασικά». Ειδικά στο ζήτημα του αντιμουσουλμανισμού. Ενώ διαβάζοντας το νομοσχέδιο, από πουθενά δεν προκύπτει κάτι τέτοιο, όπως η μαζική «ελληνοποίηση» μουσουλμάνων (είναι προφανείς οι προβλέψεις του περί «ενσωμάτωσης»: τόσο εθνοκεντρικά λακωνικές που δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας) τα διάφορα φασισταριά εκεί σημαδεύουν, είτε έμμεσα είτε άμεσα. Από τους παπάδες μέχρι τον Σαμαρά και τους ρατσιστές «διανοούμενους».
Ο φυλετισμός και το «αίμα» έχουν βέβαια την «τιμητική» τους στο ρατσιστικό λόγο, αλλά συμπληρώνονται (ίσως για πρώτη φορά σε τόσο μεγάλες δόσεις) από επιλεγμένα αποσπάσματα του διαφορικού ρατσισμού. Ενός σετ «επιχειρημάτων», δηλαδή, που δεν εστιάζει στο «γένος» και το «αίμα», αλλά προβάλλει το ζήτημα της (μη) πολιτιστικής ενσωμάτωσης ειδικά των μουσουλμάνων, στην «ελληνικότητα»: την ελληνική «ταυτότητα» και τις πολιτιστικές παραδόσεις που απορρέουν απ’ αυτή. Μάλιστα ο λόγος αυτού του είδους έχει τη φιλοδοξία να λογίζεται σαν «αντιρατσιστικός», μιας και δεν βάζει στη πρώτη γραμμή το «φυλετισμό του αίματος». Αντίθετα μπορεί (;) να παριστάνει πως καταγγέλει αυτές τις «οπισθοδρομικές» απόψεις και τους φορείς τους.
Σύμφωνα με αυτή τη προβληματική, η πολυεθνική κοινωνία είναι το έδαφος που γεννά και αναπαράγει το ρατσισμό. Από τη στιγμή που «αναμειγνύονται» πληθυσμοί με διαφορετικές πολιτιστικές καταβολές, δεν αργεί να εμφανιστεί η καχυποψία και η ανοιχτή εχθρότητα ανάμεσά τους. Αλλά αυτές οι καταβολές (πάντα κατ’ αυτήν την «άποψη») είναι το μόνο όπλο που έχει μια «φυλή» για να «περιφρουρήσει» τη «διαφορετικότητά» της από τις επιμειξίες. Κι αυτό είναι ο «αντιρατσισμός»: ο αγώνας κάθε «φυλής» να περισώσει τα ιδαίτερα «χαρακτηριστικά» της.
Από τη σκοπιά των «ιθαγενών» λοιπόν (και για να κρατήσουμε το μυαλό μας στη θέση του) είναι ένας διαφορετικός τρόπος να πουν: «έξω οι ξένοι... (που δεν αφομοιώνουν τις αξίες μας)». Ο διαφορικός ρατσισμός είναι «ετερόφιλος» («όλοι οι λαοί να διαφυλάξουν τις ιδαιτερότητές τους») και όχι «ετερόφοβος», όπως ο ρατσιστικός λόγος που βάζει στο κέντρο του, το «αίμα», αποκλείοντας και ιεραρχώντας αμετάκλητα τις «φυλές» σε ανώτερες και κατώτερες. Είναι μια άλλη μέθοδος αποκλεισμού των Άλλων, που λαμβάνει υπόψη της τις κοινωνικές «κατακτήσεις» των τελευταίων 40 χρόνων, στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο...
Προς απόδειξη των παραπάνω, παραθέτουμε αποσπάσματα ενός άρθρου που δημοσιεύθηκε στην «καθημερινή» στις 17/1. Το υπογράφει ο πολιτικός αναλυτής Χ. Λαζαρίδης, άνθρωπος με «ενδιαφέρουσα» προσωπική διαδρομή,* ο οποίος είναι και σύμβουλος του προέδρου της ν.δ. Σαμαρά:
«... Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι με τέτοιες πρακτικές (σ.σ. εννοεί το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια) πυροδοτούμε τον ρατσισμό! Ο ρατσισμός αρχίζει όταν ομοιογενείς πληθυσμοί αναμειγνύονται με κύματα «νεοεισερχόμενων». Τότε ανατρέπονται παραδοσιακές ισορροπίες, αναπτύσσεται γενικευμένη καχυποψία, δημιουργούνται γκέτο, καλλιεργούνται αρνητικά στερεότυπα. Αρχίζουν οι «τριβές», οι διακρίσεις, ενίοτε ξεσπούν και συγκρούσεις. Πολλές φορές και μεταξύ των «ξένων». Ο οριζόντιος ρατσισμός (ανάμεσα στα γκέτο των «ξένων») είναι ο χειρότερος.
Η μόνη «ασπίδα» κατά του ρατσισμού, είναι η καλλιέργεια της κοινής ταυτότητας. Η ενσωμάτωση όλων στη συλλογικότητα της κοινωνίας. Η «ημετέρα παιδεία». Η ελληνική κοινωνία είναι κοινότητα Παιδείας και Πολιτισμού. Οχι «κοινότητα αίματος» ...»
Αξιοθαύμαστες οι προσεγγίσεις του πολιτικού αναλυτή. Παραλίγο να πειστούμε κι εμείς ότι «κόπτεται» πραγματικά για το ρατσισμό, αλλά «θυμηθήκαμε» πως κι αυτός (όπως όλοι οι όμοιοί του) είχε άλλες «δουλειές» τα τελευταία είκοσι (μόλις!) χρόνια που ο ρατσισμός έγινε μια από της κυρίαρχες ιδεολογίες της «ελληνικότητας». Κατά τ’ άλλα, οι επιρροές του από τη γαλλική μήτρα του διαφορικού ρατσισμού (Ντε Μπενουά και σια) δεν κρύβονται.
Τί μας λέει ο Λαζαρίδης; Για τον (ρατσιστικό) κίνδυνο που δημιουργείται όταν ομοιογενείς πληθυσμοί αναμειγνύονται με κύματα νεοεισερχόμενων χωρίς να έχουν ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία και χωρίς να έχουν «αφομοιώσει» την αντίστοιχη παιδεία και τον πολιτισμό. Απ’ αυτά που ΔΕΝ λέει συμπεραίνουμε πως δεν διακρίνει τον ίδιο «κίνδυνο», για παράδειγμα μεταξύ των ελληνικών αφεντικών και των μεταναστών εργατών: άλλωστε εκεί δεν τίθεται θέμα (μη) «αφομοίωσης των σχέσεων εργασίας» από τους μετανάστες. Ο καπιταλισμός είναι οικουμενικός, όπως η εκμετάλλευση. Κι η ταξική κυριαρχία, όπως η κοινωνική και οικονομική υποτίμηση γίνονται αντιληπτές απ’ όλους, ακόμα και τους πιο «οπισθοδρομικούς» (κατά τη ρατσιστική ρητορεία) εκ των μεταναστών εργατών. Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτή τη συλλογιστική, το «πρόβλημα» βρίσκεται στις μη «αναγώγιμες» πολιτιστικές διαφορές μεταξύ ντόπιων και «ξένων». Όλων των «ξένων»; Φυσικά και όχι. Το αφεντικό του Λαζαρίδη, ο Σαμαράς, βάζει τα πράγματα στη «θέση» τους από το βήμα της βουλής, στις 8/2:
«... η πολυπολιτισμικότητα διακηρύσσει ότι όλοι οι πολιτισμοί μπορούν δήθεν να συμβιώσουν μεταξύ τους αρμονικά, αλλά αυτό έχει διαψευστεί. Υπάρχουν πολιτιστικά στοιχεία, τα οποία, με συγχωρείτε αλλά δεν μπορούν να συμβιώσουν. Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η μπούργκα, για παράδειγμα, σε μια φιλελεύθερη δυτική κοινωνία. Δεν γίνεται αποδεκτή η πολυγαμία, άλλα έθιμα που οδηγούν, για παράδειγμα, σε βάναυση κακοποίηση, μεταχείριση της γυναίκας στις δικές μας κοινωνίες, γιατί όλα αυτά τελικά ακυρώνουν το δικό μας πολιτισμό...»
Ο πρόεδρος ενός πολιτικού κόμματος εξουσίας σε μια χώρα με «αξιοζήλευτη» πυκνότητα κωλόμπαρων αναλογικά με τον πληθυσμό, «ανησυχεί» επειδή οι μουσουλμάνοι «θα καταπιέζουν τις γυναίκες τους» ενώ είναι πασίγνωστο πως αυτά δεν «περνάνε» εδώ, στο προπύργιο του φεμινισμού... Θα μπορούσαν όλοι αυτοί οι «υπεύθυνοι» πολιτικοί να ήταν απλά γελοίοι, αν δεν συνέβαινε να είναι σιχαμένα φασίστες και σκουλήκια. Αλλά όχι: οι εκλεγμένοι ηγέτες του λαού και του τόπου κινούνται στον ευρωπαϊκό, «πολιτισμένο», ρατσιστικό «μέσο όρο». Που θέλει τους μετανάστες αστείρευτη πηγή φθηνής εργασίας και μέχρι εκεί. Θα μπορούσε λοιπόν βάσιμα να υποθέσει κανείς, πως η «αντιπαράθεση» που προκλήθηκε με αφορμή το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια, είναι η ελληνική εκδοχή μιας απαραίτητης πύκνωσης του ρατσιστικού λόγου, με σαφή «αντι-ισλάμ» χαρακτηριστικά. Ακόμα κι αν κάτι τέτοιο τυπικά είναι εκτός θέματος σήμερα, μιας και όπως είπαμε στην αρχή οι «προβλέψεις περί ενσωμάτωσης» του νομοσχεδίου, είναι αρκετά σαφείς μέσα στη λακωνικότητά τους.
Αλλά για ποιό λόγο τέτοια πρεμούρα με το ισλάμ; Οι αιτίες για κάτι τέτοιο είναι απλωμένες τόσο στον παγκόσμιο χάρτη, όσο και στο εσωτερικό των μητροπολιτικών κρατών: το σύμπλεγμα της ασφάλειας μέσα και έξω απ’ τα σύνορα. Κι ο διαφορικός ρατσισμός έχει να παίξει σημαντικό ρόλο στη στοχοποίηση, ειδικά των μουσουλμάνων... Συμπληρώνοντας (επί της ουσίας) τις παλιές δοξασίες περί βιολογικής ανωτερότητας, «πλαγιοκοπεί» κάθε ανθρωπιστική προσέγγιση («ανοχή στο διαφορετικό») υποδεικνύοντας επιλεγμένα στιγμιότυπα που υπονοούν, υποτίθεται, πως με τους μουσουλμάνους υπάρχει ζήτημα «συνύπαρξης».
Άλλωστε και «τότε» στη βοσνία, κάπως έτσι δεν στρώθηκε το έδαφος...;
Σημείωση: Ο Χ. Λαζαρίδης έχει «πλούσιο» βιογραφικό: πολιτικά καταγόμενος από τον «Ρήγα Φεραίο» και την Β’ Πανελλαδική, αργότερα δημοσιογράφος στις Η.Π.Α., προσχώρησε στις «εθνικές ιδέες» σαν φίλος του Σαμαρά και πρώτος εισηγήθηκε το σχέδιο διαμελισμού του κράτους της Μακεδονίας από Σερβία και Ελλάδα. Αργότερα πρωταγωνίστησε στην ίδρυση του περίφημου «Δικτύου 21»: την ανεπίσημη ομοσπονδία των απανταχού «μεταμοντέρνων» φασιστών. Κι απ’ τη θέση του γενικού γραμματέα του Δικτύου, «συμβούλευε» τον Χριστόδουλο για θέματα εξωτερικής πολιτικής. Για τέτοιο φυντάνι μιλάμε... |
|