|
|
Retousse επειγόντως
H εξέγερση τον Δεκέμβριο του 2008 αποτελεί ένα γεγονός κομβικό σε σχέση με το πως εκδηλώνεται ο ανταγωνισμός στην ελληνική κοινωνία. Ήδη σύντροφοι της Αυτονομίας (βλ. Περιοδικό Sarajevo νο 25, Ιανουάριος 2008) έχουν καταθέσει την άποψή τους σχετικά με την εξέγερση και τη σημασία της. Εμείς από την πλευρά μας, στα πλαίσια ετούτου εδώ του εκδοτικού εγχειρήματος θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε, έστω και συνοπτικά, κάποιες πλευρές της επόμενης μέρας της εξέγερσης. Δηλαδή κάποιων τουλάχιστον πρώτων κινήσεων από την πλευρά των αφεντικών στο διάστημα που έχει μεσολαβήσει από την εξέγερση μέχρι και την ώρα που γράφονται αυτές εδώ οι γραμμές.
Θα ξεκινήσουμε προσπαθώντας να εντοπίσουμε ποιο είναι το βασικό πρόβλημα. Το πρώτο και μέγιστο ζήτημα που έχουν απέναντί τους τα αφεντικά. Αυτό είναι τρόπον τινά προφανές εκ πρώτης όψης. Το ζήτημα που ανέδειξε η εξέγερση του Δεκέμβρη είναι η πλήρης - έστω και πρόσκαιρα- απονομιμοποίηση των μπάτσων. Γεγονός το οποίο εκδηλώθηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη τόσο του μητροπολιτικού πεδίου όσο και της ελληνικής επικράτειας γενικότερα. Από τη Βάρη μέχρι τον Πειραιά κι από το Γύθειο μέχρι την Αλεξανδρούπολη, οι επιθέσεις μαθητών και όχι μόνο σε αστυνομικά τμήματα έφεραν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο στο προσκήνιο αυτό που παραπάνω υποστηρίζουμε: η αστυνομία βρίσκεται στα σκοινιά. Παρότι είναι αλήθεια ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να υποστηριχθεί με όρους στρατιωτικής αντιπαράθεσης (με την έννοια ότι οι μπάτσοι δεν ηττήθηκαν σαν μηχανισμός καταστολής), εντούτοις είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι έχασαν πολλά στο πεδίο της ιδεολογίας. Στο αν και κατά πόσο δηλαδή είναι νομιμοποιημένοι «να κάνουν την δουλειά τους» έχοντας στο πλευρό τους την αμέριστη υποστήριξη των κοινωνικών υποκειμένων.
Αυτό είναι ένα κεφαλαιώδους σημασίας πρόβλημα. Γιατί ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι εξ αντικειμένου κάθε κυβέρνηση κάθε κράτος ζορίζονται όταν οι μηχανισμοί καταστολής τους δε χαίρουν ιδιαίτερης κοινωνικής συναίνεσης, στην παρούσα πολιτική κατάσταση αυτό φαίνεται να ισχύει στο τετράγωνο. Με την έννοια ότι σε συνθήκες κρίσης, (κρίσης οικονομικής, κρίσης κοινωνικής και κρίσης των επίσημων θεσμών μεσολάβησης), είναι που αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα το περίφημο στρατοαστυνομικό σύμπλεγμα, σαν ο μοναδικός ή τουλάχιστον ο σημαντικότερος εγγυητής της ομαλότητας. Ας προσπαθήσουμε για παράδειγμα να φανταστούμε μια εικόνα από το (όχι και τόσο μακρυνό) μέλλον. Στρατιές ανέργων οι οποίες διαδηλώνουν διεκδικώντας όχι την κομμουνιστική κοινωνία αλλά το να εξασφαλίσουν τα στοιχειώδη, τα προς το ζην. Ποιος θα εμποδίσει τους εξαθλιωμένους προλετάρiους να απλώσουν το χέρι και να πάρουν πίσω ό,τι τους ανήκει; Ποιος θα κληθεί να αντιμετωπίσει το εδώ και χρόνια ξεχειλισμένο ποτήρι; Η ξοφλημένη σοσιαλδημοκρατία; Ή μήπως η «αριστερή» ουρά της που αμήχανη παρακολουθούσε τους σχιζομητροπολιτάνους να παραδίδουν στις φλόγες το κέντρο της Αθήνας τις μέρες και τις νύχτες του Δεκέμβρη, σπεύδοντας να «καταδικάσει τη βία απ' όπου κι αν προέρχεται»;
Οι ερωτήσεις είναι προφανέστατα ρητορικές. Ο μόνος αρμόδιος να δώσει τις απαντήσεις σε τέτοιες κοινωνικές συνθήκες είναι το στρατοαστυνομικό σύμπλεγμα. Για την ακρίβεια αυτός είναι ο λόγος που αυτό βήμα βήμα χτίστηκε, με τον πιο ωμό και βίαιο τρόπο την τελευταία δεκαπενταετία. Μ' αυτήν την έννοια είναι που υποστηρίζουμε ότι αυτό αποτελεί ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για τα αφεντικά.
Είναι όμως κάτι τέτοιο δυνατό; Κι αν ναι με ποιον τρόπο; Δε θα επιχειρήσουμε να παραστήσουμε τους προφήτες. Απλά νομίζουμε ότι έχει μια αξία να θυμηθούμε πως στο διάολο χτίστηκε αυτό το περίφημο στρατοαστυνομικό σύμπλεγμα. Πως φτάσαμε στο σημείο να βρίσκονται η αστυνομία δίπλα στον πολίτη και ο πολίτητς δίπλα στην αστυνομία. Υποστηρίζουμε ότι το στρατοαστυνομικό σύμπλεγμα χτίστηκε γύρω από το διάχυτο αίτημα για ασφάλεια. Αίτημα προστασίας της ατομικής ιδιοκτησίας. Απαίτηση διασφάλισης του δυτικού τρόπου ζωής και κατανάλωσης. Ενάντια σε όλους εκείνους που δεν έχουν τίποτα να χάσουν πέρα από τις αλυσίδες τους. Ενάντια σε όλες εκείνες που δεν έχουν τίποτα να πουλήσουν πέρα από την εργατική τους δύναμη. Ενάντια στο πολυεθνικό προλεταριάτο που εξασφάλιζε και εξασφαλίζει (για πόσο ακόμη άραγε;) την ευημερία των δυτικών κοινωνιών. Μέσα σε αυτή την ιστορική συνθήκη είναι που μπάτσοι και στρατός απόκτησαν κεντρική θέση στις καπιταλιστικές κοινωνίες. Και κάνουμε την σκέψη ότι με έναν αντίστοιχο τρόπο θα επανακτήσουν αυτή την κεντrική τους λειτουργία και στην ελληνική κοινωνία.
Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι μηχανιστικά, με έναν αυτόματο τρόπο θα ξαναζήσουμε το πρόσφατο παρελθόν. Αλλά ότι πρέπει να ηδμιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες ώστε το στρατοαστυνομικό σύμπλεγμα να πάρει την δική του ρεβάνς όχι μόνο από τους εξεγερμένους του Δεκέμβρη αλλά και από όλους εκείνους κι εκείνες που έστω και για μια στιγμή το σιχτίρισαν, το απαξίωσαν και το θεώρησαν όχι μόνο περιττό αλλά και εχθρικό. Και για να συμβεί αυτό θα πρέπει να ξεχαστεί ποιοι βρισκόντουσαν στα οδοφράγματα και για ποιους λόγους, θα πρέπει και πάλι να «θυμηθούν» όλοι ποιοι είναι οι φίλοι και ποιοι είναι οι εχθροί.
Σ' αυτήν την κατεύθυνση μπορούμε να τοποθετήσουμε και μια σειρά από γεγονότα που έχουν σημαδέψει το πεδίο του ταξικού ανταγωνισμού τον τελευταίο ενάμιση μήνα. Το πρώτο από αυτά αφορά τον μικρό Διαμαντή. Δεν είναι του παρόντος να κρίνουμε είτε τα κίνητρα είτε τη συνολικότερη λογική της επίθεσης του Ε.Α. στους μπάτσους στο Υπουργείο Πολιτισμού. Αυτό όμως που είμαστε σε θέση και έχουμε χρέος να κάνουμε είναι να εξηγήσουμε το πως οι μπάτσοι και οι ιδεολογικοί μηχανισμοί των αφεντικών διαχειρίστηκαν πολιτικά αυτό το γεγονός. Είναι ξεκάθαρο ότι από την πρώτη κιόλας στιγμή, διά στόματος Παυλόπουλου πρώτα και κύρια, τα αφεντικά μίλαγαν λες κι ο μπάτσος ήταν ήδη νεκρός (κάτι το οποίο τελικά δε συνέβη). Η όλη λογική δε, των λεγόμενων τους κινήθηκε στην κατεύθυνση του ισοψηφισμού. Ότι δηλαδή από την μία υπάρχει ο δολοφονημένος 15χρονος Γρηγορόπουλος κι από την άλλη ο βαριά τραυματισμένος 21χρονος Διαμαντής. Συμπέρασμα πρώτο: η αστυνομία τελικά δεν είναι μόνο θύτης αλλά και θύμα. Και πρέπει να σταθούν όλοι στο πλευρό της και να δουν με ζεστασιά τα προβλήματά της.
Το δεύτερο γεγονός «δούλεψε» πάλι στο πλαίσιο του τραυματισμού του «μικρού Διαμαντή». Συγκέντρωση (διαμαρτυρίας; αλληλεγγύης; ) των μπάτσων έξω από τον Ερυθρό Σταυρό. Και λίγες μόνο ημέρες μετά διαδήλωση των μπάτσων στο Σύνταγμα. Και την ίδια στιγμή ένας διαρκής «δημόσιος διάλογος» (πάντα με μηντιακούς όρους) σχετικά με τις δυνατότητες αναμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ, ωστε να μην επαναληφθούν «ακραία» φαινόμενα τύπου Κορκονέα. Συμπέρασμα δεύτερο: οι μπάτσοι εκτός από θύματα είναι και μια «κοινωνική ομάδα» με προβλήματα και αιτήματα τα οποία διεκδικεί. Ευτυχώς βγάζει την στολή της και αφήνει τα όπλα της στο σπίτι «την ώρα του αγώνα» θα συμπληρώναμε εμείς. Γιατί αλλιώς μπορεί να είχαμε κι άλλες «τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις».
Το τρίτο γεγονός έρχεται κατευθείαν από το εργοστάσιο της ιδεολογίας. Η εγκληματικότητα ή αλλιώς παλιά μου τέχνη κόσκινο. Την ίδια στιγμή που «η αστυνομία βάλλεται πανταχόθεν», τα εγκληματικά στοιχεία το έχουν αντιληφθεί και το εκμεταλλεύονται σπέρνοντας τον τρόμο στους δύστυχους νοικοκυραίους. Τα οποία εγκληματικά στοιχεία με έναν παράξενο τρόπο (όπως και κατά την διάρκεια της εξέγερσης) είναι αλλοδαποί, «ξένοι». Συμπέρασμα τρίτο:Πρέπει να στηριχθεί και πάλι η αστυνομία γιατί αλλιώς θα χάσουμε κι αυτά τα λίγα που μας έχουν απομείνει, μέρες κρίσης που ζούμε.
Το τελευταίο γεγονός έχει σχέση με το προηγούμενο, με τα «χίλια κακά που σπέρνουν οι μετανάστες στο διάβα τους» αλλά με έναν «περίεργο» τρόπο πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Ακόμη κι από την φιλάνθρωπη Αριστερά που ευαισθητοποείται για τέτοιου είδους ζητήματα. Στα μέσα Ιανουαρίου μετά από συντονισμένη επιχείρηση της Αστυνομίας εκκενώθηκε στον Άγιο Παντελεήμονα πολυόροφο κτίριο το οποίο στέγαζε τετρακόσιους περίπου Αφγανούς μετανάστες. Αυτή η στρατιωτικού τύπου επιχείρηση εκκένωσης, αποφασίστηκε και πραγματοποπήθηκε μετά από επίσκεψη του Υγειονομικού στο εν λόγω κτίριο όπου διαγνώστηκε καταστρατήγηση κάθε στοιχειώδους κανόνα υγειινής. Ειπωμένο αλλιώς το Υγειονομικό πήρε αυτή την απόφαση με κύριο μέλημα πρώτα και κύρια την υγεία των ανθρώπων που έμεναν εκεί λέει ο μύθος. Συμπέρασμα τέταρτο; Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι για να εντοπιστεί ο εχθρός, η απειλή, υπάρχουν κι άλλα (ανθρωπιστικά κιόλας) επιχειρήματα εναντίον του. Αν δεν απειλεί την ιδιοκτησία μας, την εργασία μας, μπορεί να απειλεί την υγεία του και αναπόφευκτα και την δική μας υγεία. Και το στρατοαστυνομικό σύμπλεγμα (ποιος άλλος άραγε;) θα δώσει τη λύση.
Όλα τα παραπάνω είναι απλά κάποιες στιγμές της αντεπίθεσης των αφεντικών στην κατεύθυνση ανοικοδόμησης (πρώτα και κύρια ιδεολογικά) του προφίλ του στρατοαστυνομικού συμπλέγματος. Δίπλα σε αυτές υπάρχουν και άλλες πιο παραδοσιακές μέθοδοι. Νούμερο ένα η παλιά κακή μηδενική ανοχή. Από την στιγμή που ανέλαβε ο Μαρκογιαννάκης διακήρυχθηκε επίσημαότι αυτή και μόνο αυτή θα είναι η αντιμετώπιση όσων «παραβιάζουν την νομιμότητα». Στις διαδηλώσεις τόσο στις 9 Ιανουαρίου όσο και στις 24 του ίδιου μήνα, χιλιάδες διαδηλωτές διαπίστωσαν με τον πιο ωμό και βίαιο τρόπο ότι δεν πρόκειται απλά περί διακήρυξης: χημικά, χειροβομβίδες κρότου-λάμψης και πολύ ξύλο από τα ΜΑΤ ήταν το πρώτο «μήνυμα» που στάλθηκε σε όσους και όσες κατέβηκαν στον δρόμο. Την ίδια στιγμή (σύμφωνα με συνέντευξη Τύπου που έδωσε στα τέλη Ιανουαρίου η Επιτροπή Αλληλεγγύης στους συλληφθέντες της εξέγερσης του Δεκέμβρη) τα κατά τόπους παραρτήμτα Ασφαλείας «δουλεύουν στο κόκκινο»: εκατοντάδες κλήσεις για κατάθεση έχουν αποσταλεί τόσο σε διευθυντές σχολείων όσο και απευθείας σε μαθητές προκειμένου να «αποδοθούν ονομαστικά ευθύνες» σε άτομα τα οποία πρωτοστάτησαν στα γεγονότα της εξέγερσης. Τακτική (θα υπενθυμίσουμε εμείς) η οποία είχε εφαρμοστεί επίσης και μετά τη λήξη των μαθητικών καταλήψεων τις περιόδου 1990-1991.
Με άλλα λόγια το θηρίο έχει βγει πάλι από τη φωλιά του. Αλλά δεν μας έχει δείξει ακόμη τα δόντια του. Οι μέρες κι οι μήνες που έρχονται θα έχουν ενδιαφέρον. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. |
|